헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

θρέμμα

3군 변화 명사; 중성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: θρέμμα θρέμματος

형태분석: θρεμματ (어간)

어원: tre/fw

  1. 생물, 유아, 젖먹이
  2. 생물, 창조물
  1. a nursling, creature
  2. a creature

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 θρέμμα

생물이

θρέμματε

생물들이

θρέμματα

생물들이

속격 θρέμματος

생물의

θρεμμάτοιν

생물들의

θρεμμάτων

생물들의

여격 θρέμματι

생물에게

θρεμμάτοιν

생물들에게

θρέμμασιν*

생물들에게

대격 θρέμμα

생물을

θρέμματε

생물들을

θρέμματα

생물들을

호격 θρέμμα

생물아

θρέμματε

생물들아

θρέμματα

생물들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ τὸν τόπον οὐκ ἀπ’ εὐθείασ ἐπάγει τὸν ἔπαινον, ἀλλ’ ἀπαγαγὼν πόρρω κυκλοῦται καὶ πρόσεισιν, οἱο͂ν ἀψοφητὶ θρέμματοσ ἐπιψαύων καὶ ἀποπειρώμενοσ. (Plutarch, Quomodo adulator ab amico internoscatur, chapter, section 13 4:1)

    (플루타르코스, Quomodo adulator ab amico internoscatur, chapter, section 13 4:1)

  • αὐτὸσ γάρ μοι ἐδόκουν ὑπὸ τοῦ τοιούτου θρέμματοσ ἑαλωκέναι. (Plato, Alcibiades 1, Alcibiades 2, Hipparchus, Lovers, Theages, Charmides, Laches, Lysis, 43:1)

    (플라톤, Alcibiades 1, Alcibiades 2, Hipparchus, Lovers, Theages, Charmides, Laches, Lysis, 43:1)

  • "οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ τὸ θολερὸν περὶ τὴν δίαιταν τοῦ θρέμματοσ ἔχει τινὰ πονηρίαν οὐδὲν γὰρ ἄλλο βορβόρῳ χαῖρον οὕτω καὶ τόποισ ῥυπαροῖσ καὶ ἀκαθάρτοισ ὁρῶμεν, ἔξω λόγου τιθέμενοι τὰ τὴν γένεσιν καὶ τὴν φύσιν ἐν αὐτοῖσ ἔχοντα τούτοισ. (Plutarch, Quaestiones Convivales, book 4, 6:10)

    (플루타르코스, Quaestiones Convivales, book 4, 6:10)

  • τὸ δ’ ἄλλο δι’ αὑτοῦ περιορᾶν μαραινόμενον αὐτοὺσ μηδὲ βιάζεσθαι μηδὲ φθονεῖν, ὥσπερ θρέμματοσ ἀφαιρουμένουσ τὸ ζῆν, ἵνα μὴ μάτην τρέφοιτο. (Plutarch, Quaestiones Convivales, book 7, 6:3)

    (플루타르코스, Quaestiones Convivales, book 7, 6:3)

  • ἄνθρωποσ ἔσται ἐγκρατέστατοσ, καὶ τοῦ πολυκεφάλου θρέμματοσ ἐπιμελήσεται ὥσπερ γεωργόσ, τὰ μὲν ἥμερα τρέφων καὶ τιθασεύων, τὰ δὲ ἄγρια ἀποκωλύων φύεσθαι, σύμμαχον ποιησάμενοσ τὴν τοῦ λέοντοσ φύσιν, καὶ κοινῇ πάντων κηδόμενοσ, φίλα ποιησάμενοσ ἀλλήλοισ τε καὶ αὑτῷ, οὕτω θρέψει; (Plato, Republic, book 9 478:1)

    (플라톤, Republic, book 9 478:1)

유의어

  1. 생물

  2. 생물

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION