헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

προσῳδίᾱ

1군 변화 명사; 여성 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: προσῳδίᾱ προσῳδίᾱς

형태분석: προσῳδι (어간) + ᾱ (어미)

어원: w)|dh/

  1. a song with an accompaniment
  2. (grammar) the tone or pitch of a word
  3. diacritic mark

곡용 정보

1군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ ἔστι λέξισ κρατίστη πασῶν, ἥτισ ἂν ἔχῃ πλείστασ ἀναπαύλασ τε καὶ μεταβολὰσ ἐναρμονίουσ, ὅταν τουτὶ μὲν ἐν περιόδῳ λέγηται, τουτὶ δ’ ἔξω περιόδου καὶ ἥδε μὲν ἡ περίοδοσ ἐκ πλειόνων πλέκηται κώλων, ἥδε δ’ ἐξ ἐλαττόνων, αὐτῶν δὲ τῶν κώλων τὸ μὲν βραχύτερον ᾖ, τὸ δὲ μακρότερον καὶ τὸ μὲν αὐτουργότερον , τὸ δὲ ἀκριβέστερον, ῥυθμοί τε ἄλλοτε ἄλλοι καὶ σχήματα παντοῖα καὶ τάσεισ φωνῆσ αἱ καλούμεναι προσῳδίαι διάφοροι κλέπτουσαι τῇ ποικιλίᾳ τὸν κόρον. (Dionysius of Halicarnassus, De Compositione Verborum, chapter 1917)

    (디오니시오스, De Compositione Verborum, chapter 1917)

유의어

  1. a song with an accompaniment

관련어

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION