헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

προσφωνέω

ε 축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: προσφωνέω προσφωνήσω

형태분석: προς (접두사) + φωνέ (어간) + ω (인칭어미)

  1. 있다, 말을 걸다, 말하다, 간청하다, 돌보다, 함께하다, 있으시다
  2. 호명하다, 부르다
  3. 발음하다, 말하다, 발언하다
  1. to call or speak to, address, accost, addressed, to address, to
  2. to call by name
  3. to pronounce, utter

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προσφωνῶ

(나는) 있는다

προσφωνεῖς

(너는) 있는다

προσφωνεῖ

(그는) 있는다

쌍수 προσφωνεῖτον

(너희 둘은) 있는다

προσφωνεῖτον

(그 둘은) 있는다

복수 προσφωνοῦμεν

(우리는) 있는다

προσφωνεῖτε

(너희는) 있는다

προσφωνοῦσιν*

(그들은) 있는다

접속법단수 προσφωνῶ

(나는) 있자

προσφωνῇς

(너는) 있자

προσφωνῇ

(그는) 있자

쌍수 προσφωνῆτον

(너희 둘은) 있자

προσφωνῆτον

(그 둘은) 있자

복수 προσφωνῶμεν

(우리는) 있자

προσφωνῆτε

(너희는) 있자

προσφωνῶσιν*

(그들은) 있자

기원법단수 προσφωνοῖμι

(나는) 있기를 (바라다)

προσφωνοῖς

(너는) 있기를 (바라다)

προσφωνοῖ

(그는) 있기를 (바라다)

쌍수 προσφωνοῖτον

(너희 둘은) 있기를 (바라다)

προσφωνοίτην

(그 둘은) 있기를 (바라다)

복수 προσφωνοῖμεν

(우리는) 있기를 (바라다)

προσφωνοῖτε

(너희는) 있기를 (바라다)

προσφωνοῖεν

(그들은) 있기를 (바라다)

명령법단수 προσφώνει

(너는) 있어라

προσφωνείτω

(그는) 있어라

쌍수 προσφωνεῖτον

(너희 둘은) 있어라

προσφωνείτων

(그 둘은) 있어라

복수 προσφωνεῖτε

(너희는) 있어라

προσφωνούντων, προσφωνείτωσαν

(그들은) 있어라

부정사 προσφωνεῖν

있는 것

분사 남성여성중성
προσφωνων

προσφωνουντος

προσφωνουσα

προσφωνουσης

προσφωνουν

προσφωνουντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προσφωνοῦμαι

προσφωνεῖ, προσφωνῇ

προσφωνεῖται

쌍수 προσφωνεῖσθον

προσφωνεῖσθον

복수 προσφωνούμεθα

προσφωνεῖσθε

προσφωνοῦνται

접속법단수 προσφωνῶμαι

προσφωνῇ

προσφωνῆται

쌍수 προσφωνῆσθον

προσφωνῆσθον

복수 προσφωνώμεθα

προσφωνῆσθε

προσφωνῶνται

기원법단수 προσφωνοίμην

προσφωνοῖο

προσφωνοῖτο

쌍수 προσφωνοῖσθον

προσφωνοίσθην

복수 προσφωνοίμεθα

προσφωνοῖσθε

προσφωνοῖντο

명령법단수 προσφωνοῦ

προσφωνείσθω

쌍수 προσφωνεῖσθον

προσφωνείσθων

복수 προσφωνεῖσθε

προσφωνείσθων, προσφωνείσθωσαν

부정사 προσφωνεῖσθαι

분사 남성여성중성
προσφωνουμενος

προσφωνουμενου

προσφωνουμενη

προσφωνουμενης

προσφωνουμενον

προσφωνουμενου

미래 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προσφωνήσω

(나는) 있겠다

προσφωνήσεις

(너는) 있겠다

προσφωνήσει

(그는) 있겠다

쌍수 προσφωνήσετον

(너희 둘은) 있겠다

προσφωνήσετον

(그 둘은) 있겠다

복수 προσφωνήσομεν

(우리는) 있겠다

προσφωνήσετε

(너희는) 있겠다

προσφωνήσουσιν*

(그들은) 있겠다

기원법단수 προσφωνήσοιμι

(나는) 있겠기를 (바라다)

προσφωνήσοις

(너는) 있겠기를 (바라다)

προσφωνήσοι

(그는) 있겠기를 (바라다)

쌍수 προσφωνήσοιτον

(너희 둘은) 있겠기를 (바라다)

προσφωνησοίτην

(그 둘은) 있겠기를 (바라다)

복수 προσφωνήσοιμεν

(우리는) 있겠기를 (바라다)

προσφωνήσοιτε

(너희는) 있겠기를 (바라다)

προσφωνήσοιεν

(그들은) 있겠기를 (바라다)

부정사 προσφωνήσειν

있을 것

분사 남성여성중성
προσφωνησων

προσφωνησοντος

προσφωνησουσα

προσφωνησουσης

προσφωνησον

προσφωνησοντος

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προσφωνήσομαι

προσφωνήσει, προσφωνήσῃ

προσφωνήσεται

쌍수 προσφωνήσεσθον

προσφωνήσεσθον

복수 προσφωνησόμεθα

προσφωνήσεσθε

προσφωνήσονται

기원법단수 προσφωνησοίμην

προσφωνήσοιο

προσφωνήσοιτο

쌍수 προσφωνήσοισθον

προσφωνησοίσθην

복수 προσφωνησοίμεθα

προσφωνήσοισθε

προσφωνήσοιντο

부정사 προσφωνήσεσθαι

분사 남성여성중성
προσφωνησομενος

προσφωνησομενου

προσφωνησομενη

προσφωνησομενης

προσφωνησομενον

προσφωνησομενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προσεφώνουν

(나는) 있고 있었다

προσεφώνεις

(너는) 있고 있었다

προσεφώνειν*

(그는) 있고 있었다

쌍수 προσεφωνεῖτον

(너희 둘은) 있고 있었다

προσεφωνείτην

(그 둘은) 있고 있었다

복수 προσεφωνοῦμεν

(우리는) 있고 있었다

προσεφωνεῖτε

(너희는) 있고 있었다

προσεφώνουν

(그들은) 있고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προσεφωνούμην

προσεφωνοῦ

προσεφωνεῖτο

쌍수 προσεφωνεῖσθον

προσεφωνείσθην

복수 προσεφωνούμεθα

προσεφωνεῖσθε

προσεφωνοῦντο

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

유의어

  1. 있다

  2. 호명하다

  3. 발음하다

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION