Ancient Greek-English Dictionary Language

προκαθοράω

α-contract Verb; Transliteration:

Principal Part: προκαθοράω προκατόψομαι

Structure: προ (Prefix) + κατ (Prefix) + ὁρά (Stem) + ω (Ending)

Sense

  1. to examine beforehand, to reconnoitre

Conjugation

Present tense

Active
1st person2nd person3rd person
IndicativeSingular προκαθόρω προκαθόρᾳς προκαθόρᾳ
Dual προκαθόρᾱτον προκαθόρᾱτον
Plural προκαθόρωμεν προκαθόρᾱτε προκαθόρωσιν*
SubjunctiveSingular προκαθόρω προκαθόρῃς προκαθόρῃ
Dual προκαθόρητον προκαθόρητον
Plural προκαθόρωμεν προκαθόρητε προκαθόρωσιν*
OptativeSingular προκαθόρῳμι προκαθόρῳς προκαθόρῳ
Dual προκαθόρῳτον προκαθορῷτην
Plural προκαθόρῳμεν προκαθόρῳτε προκαθόρῳεν
ImperativeSingular προκαθο͂ρᾱ προκαθορᾶτω
Dual προκαθόρᾱτον προκαθορᾶτων
Plural προκαθόρᾱτε προκαθορῶντων, προκαθορᾶτωσαν
Infinitive προκαθόρᾱν
Participle MasculineFeminineNeuter
προκαθορων προκαθορωντος προκαθορωσα προκαθορωσης προκαθορων προκαθορωντος
Middle/Passive
1st person2nd person3rd person
IndicativeSingular προκαθόρωμαι προκαθόρᾳ προκαθόρᾱται
Dual προκαθόρᾱσθον προκαθόρᾱσθον
Plural προκαθορῶμεθα προκαθόρᾱσθε προκαθόρωνται
SubjunctiveSingular προκαθόρωμαι προκαθόρῃ προκαθόρηται
Dual προκαθόρησθον προκαθόρησθον
Plural προκαθορώμεθα προκαθόρησθε προκαθόρωνται
OptativeSingular προκαθορῷμην προκαθόρῳο προκαθόρῳτο
Dual προκαθόρῳσθον προκαθορῷσθην
Plural προκαθορῷμεθα προκαθόρῳσθε προκαθόρῳντο
ImperativeSingular προκαθόρω προκαθορᾶσθω
Dual προκαθόρᾱσθον προκαθορᾶσθων
Plural προκαθόρᾱσθε προκαθορᾶσθων, προκαθορᾶσθωσαν
Infinitive προκαθόρᾱσθαι
Participle MasculineFeminineNeuter
προκαθορωμενος προκαθορωμενου προκαθορωμενη προκαθορωμενης προκαθορωμενον προκαθορωμενου

Future tense

Imperfect tense

Aorist tense

The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.

Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.

Derived

Similar forms

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION