- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

πολύδωρος?

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: polydōros 고전 발음: [뽈뤼도:로] 신약 발음: [뽈뤼도로]

기본형: πολύδωρος πολύδωρον

형태분석: πολυδωρ (어간) + ος (어미)

어원: δῶρον

  1. richly dowered

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 πολύδωρος

(이)가

πολύδωρον

(것)가

속격 πολυδώρου

(이)의

πολυδώρου

(것)의

여격 πολυδώρῳ

(이)에게

πολυδώρῳ

(것)에게

대격 πολύδωρον

(이)를

πολύδωρον

(것)를

호격 πολύδωρε

(이)야

πολύδωρον

(것)야

쌍수주/대/호 πολυδώρω

(이)들이

πολυδώρω

(것)들이

속/여 πολυδώροιν

(이)들의

πολυδώροιν

(것)들의

복수주격 πολύδωροι

(이)들이

πολύδωρα

(것)들이

속격 πολυδώρων

(이)들의

πολυδώρων

(것)들의

여격 πολυδώροις

(이)들에게

πολυδώροις

(것)들에게

대격 πολυδώρους

(이)들을

πολύδωρα

(것)들을

호격 πολύδωροι

(이)들아

πολύδωρα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • Ἥκω νεκρῶν κευθμῶνα καὶ σκότου πύλας λιπών, ἵν Αἵδης χωρὶς ᾤκισται θεῶν, Πολύδωρος, Ἑκάβης παῖς γεγὼς τῆς Κισσέως Πριάμου τε πατρός, ὅς μ, ἐπεὶ Φρυγῶν πόλιν κίνδυνος ἔσχε δορὶ πεσεῖν Ἑλληνικῷ, δείσας ὑπεξέπεμψε Τρωικῆς χθονὸς Πολυμήστορος πρὸς δῶμα Θρῃκίου ξένου, ὃς τήν<δ> ἀρίστην Χερσονησίαν πλάκα σπείρει, φίλιππον λαὸν εὐθύνων δορί. (Euripides, Hecuba, episode 1:1)

    (에우리피데스, Hecuba, episode 1:1)

  • ὅ τ ἐν φιλίπποις Θρῃξὶ Πολύδωρος κάσις. (Euripides, Hecuba, episode 5:24)

    (에우리피데스, Hecuba, episode 5:24)

  • ἦν τις Πριαμιδῶν νεώτατος, Πολύδωρος, Ἑκάβης παῖς, ὃν ἐκ Τροίας ἐμοὶ πατὴρ δίδωσι Πρίαμος ἐν δόμοις τρέφειν, ὕποπτος ὢν δὴ Τρωικῆς ἁλώσεως. (Euripides, Hecuba, episode, lyric 1:25)

    (에우리피데스, Hecuba, episode, lyric 1:25)

  • τοῦ δὲ πλήθους ἀθροισθέντος εἰπεῖν μὲν οὐδενὶ γνώμην τῶν ἄλλων ἐφεῖτο, τὴν δ᾿ ὑπὸ τῶν γερόντων καὶ τῶν βασιλέων προτεθεῖσαν ἐπικρῖναι κύριος ἦν ὁ δῆμος, ὕστερον μέντοι τῶν πολλῶν ἀφαιρέσει καὶ προσθέσει τὰς γνώμας διαστρεφόντων καὶ παραβιαζομένων, Πολύδωρος καὶ Θεόπομπος οἱ βασιλεῖς τάδε τῇ ῥήτρᾳ παρενέγραψαν: (Plutarch, Lycurgus, chapter 6 3:2)

    (플루타르코스, Lycurgus, chapter 6 3:2)

  • γίνονται δὲ Κάδμῳ θυγατέρες μὲν Αὐτονόη Ἰνὼ Σεμέλη Ἀγαυή, παῖς δὲ Πολύδωρος. (Apollodorus, Library and Epitome, book 3, chapter 4 2:7)

    (아폴로도로스, Library and Epitome, book 3, chapter 4 2:7)

관련어

명사

형용사

동사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION