- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

πολίτης?

1군 변화 명사; 남성 자동번역 로마알파벳 전사: polītēs 고전 발음: [뽈리:떼:] 신약 발음: [뽈리떼]

기본형: πολίτης πολίτου

형태분석: πολιτ (어간) + ης (어미)

어원: cf. also πολιήτης

  1. 사적인 사람, 남과 교류가 없는 사람
  2. 동포
  1. citizen
  2. freeman
  3. fellow citizen, compatriot

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 πολίτης

사적인 사람이

πολίτα

사적인 사람들이

πολῖται

사적인 사람들이

속격 πολίτου

사적인 사람의

πολίταιν

사적인 사람들의

πολιτῶν

사적인 사람들의

여격 πολίτῃ

사적인 사람에게

πολίταιν

사적인 사람들에게

πολίταις

사적인 사람들에게

대격 πολίτην

사적인 사람을

πολίτα

사적인 사람들을

πολίτας

사적인 사람들을

호격 πολῖτα

사적인 사람아

πολίτα

사적인 사람들아

πολῖται

사적인 사람들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἢν δέ σοι μελήσῃ ποτὲ εἰδέναι ὅπως ἂν τὰ κάλλιστα οἰκηθείη πόλις καὶ ὅπως ἂν ἄριστοι γένοιντο οἱ πολῖται αὐτῆς, ἐπαινέσῃ τότε καὶ τὰς ἀσκήσεις ταύτας καὶ τὴν φιλοτιμίαν ἣν φιλοτιμούμεθα περὶ αὐτάς, καὶ εἴσῃ ὅτι πολὺ τὸ χρήσιμον ἔχουσιν ἐγκαταμεμιγμένον τοῖς πόνοις, εἰ καὶ νῦν μάτην σπουδάζεσθαι δοκοῦσιν. (Lucian, Anacharsis, (no name) 14:2)

    (루키아노스, Anacharsis, (no name) 14:2)

  • μάλιστα δὲ καὶ ἐξ ἅπαντος τοῦτο προνοοῦμεν, ὅπως οἱ πολῖται ἀγαθοὶ μὲν τὰς ψυχάς, ἰσχυροὶ δὲ τὰ σώματα γίγνοιντο: (Lucian, Anacharsis, (no name) 20:5)

    (루키아노스, Anacharsis, (no name) 20:5)

  • οἱ οὖν πολῖται ἀγανακτήσαντες ἐπὶ τῷ ἐξηπατῆσθαι, σφάζοντες ἐπώλουν. (Aristotle, Economics, Book 2 73:4)

    (아리스토텔레스, 경제학, Book 2 73:4)

  • ἐπεὶ δὲ οἱ ἄλλοι πολῖται εἰσήνεγκαν, ἐκέλευσε καὶ ταῦτα αὑτῷ δανεῖσαι ἐν χρόνῳ διειπάμενος ἐν ᾧ πάλιν αὐτοῖς ἀποδώσει. (Aristotle, Economics, Book 2 103:2)

    (아리스토텔레스, 경제학, Book 2 103:2)

  • τόνδε δ Αἰγίσθου νέκυν Ἄργους πολῖται γῆς καλύψουσιν τάφῳ. (Euripides, episode, anapests 5:2)

    (에우리피데스, episode, anapests 5:2)

  • ὅστις μὲν οὖν σεμνύνεται πολίτης ὢν εὐδαίμονος πόλεως, ἀγνοεῖν μοι δοκεῖ τίνα χρὴ τιμὴν ἀπονέμειν τῇ πατρίδι, καὶ ὁ τοιοῦτος δῆλός ἐστιν ἀχθόμενος ἄν, εἰ μετριωτέρας ἔλαχε τῆς πατρίδος: (Lucian, Patriae Encomium, (no name) 2:1)

    (루키아노스, Patriae Encomium, (no name) 2:1)

  • ὅτι μὲν οὖν ἀδελφὸς ἡμῶν ἐστιν οὑτοσὶ Εὐφίλητος καὶ πολίτης ὑμέτερος καὶ ἀδίκως ὑβρίσθη ὑπὸ τῶν ἐν τῷ δήμῳ συστάντων, ἱκανῶς οἰόμαι ὑμᾶς, ὦ ἄνδρες δικασταί, ἀκηκοέναι. (Dionysius of Halicarnassus, chapter 17 6:1)

    (디오니시오스, chapter 17 6:1)

  • μέσος ἐν τοσούτῳ χρόνος, καὶ πολυπραγμονεῖταί σου ἅπας ὁ παρεληλυθὼς βίος, κἂν μέν τις ἢ πολίτης ὑπὸ φθόνου ἢ γείτων ἔκ τινος εὐτελοῦς αἰτίας προσκεκρουκὼς ἀνακρινόμενος εἴπῃ μοιχὸν ἢ παιδεραστήν, τοῦτ ἐκεῖνο, ἐκ τῶν Διὸς δέλτων ὁ μάρτυς, ἂν δὲ πάντες ἅμα ἑξῆς ἐπαινῶσιν, ὕποπτοι καὶ ἀμφίβολοι καὶ δεδεκασμένοι. (Lucian, De mercede, (no name) 12:3)

    (루키아노스, De mercede, (no name) 12:3)

  • εἰ δὲ καὶ ὅτι μάλιστά σε αὐταῖς ἐκείναις εἴκασα, οὐκ ἐμὸν τοῦτο, οὐδὲ ἐγὼ πρῶτος ταύτην ἐτεμόμην τὴν ὁδόν, ἀλλὰ πολλοὶ καὶ ἀγαθοὶ ποιηταί, καὶ μάλιστα ὁ πολίτης ὁ σὸς Ὅμηρος, ὃν καὶ νῦν ἀναβιβάσομαι συναγορεύσοντά μοι, ἢ οὐδεμία μηχανὴ μὴ οὐχὶ καὶ αὐτὸν σὺν ἐμοὶ ἁλῶναι. (Lucian, Pro imaginibus, (no name) 24:1)

    (루키아노스, Pro imaginibus, (no name) 24:1)

  • πολίτης χρηστός, οὐ σπουδαρχίδης, ἀλλ ἐξ ὅτου περ ὁ πόλεμος, στρατωνίδης, σὺ δ ἐξ ὅτου περ ὁ πόλεμος, μισθαρχίδης. (Aristophanes, Acharnians, Lyric-Scene, strophe 2 1:34)

    (아리스토파네스, Acharnians, Lyric-Scene, strophe 2 1:34)

유의어

  1. 사적인 사람

  2. 동포

관련어

명사

형용사

동사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION