헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

πηρός

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: πηρός πηρή πηρόν

형태분석: πηρ (어간) + ος (어미)

  1. disabled in a limb, maimed

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 πηρός

(이)가

πηρᾱ́

(이)가

πηρόν

(것)가

속격 πηροῦ

(이)의

πηρᾶς

(이)의

πηροῦ

(것)의

여격 πηρῷ

(이)에게

πηρᾷ

(이)에게

πηρῷ

(것)에게

대격 πηρόν

(이)를

πηρᾱ́ν

(이)를

πηρόν

(것)를

호격 πηρέ

(이)야

πηρᾱ́

(이)야

πηρόν

(것)야

쌍수주/대/호 πηρώ

(이)들이

πηρᾱ́

(이)들이

πηρώ

(것)들이

속/여 πηροῖν

(이)들의

πηραῖν

(이)들의

πηροῖν

(것)들의

복수주격 πηροί

(이)들이

πηραί

(이)들이

πηρά

(것)들이

속격 πηρῶν

(이)들의

πηρῶν

(이)들의

πηρῶν

(것)들의

여격 πηροῖς

(이)들에게

πηραῖς

(이)들에게

πηροῖς

(것)들에게

대격 πηρούς

(이)들을

πηρᾱ́ς

(이)들을

πηρά

(것)들을

호격 πηροί

(이)들아

πηραί

(이)들아

πηρά

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • οὐ γὰρ ἐν πήρᾳ καὶ βάκτρῳ καὶ τρίβωνι ὁ ζῆλοσ, ἀλλὰ ταῦτα μὲν ἀσφαλῆ καὶ ῥᾴδια καὶ παντὸσ ἂν εἰή, τὸ τέλοσ δὲ καὶ τὸ κεφάλαιον χρὴ ζηλοῦν καὶ πυρὰν συνθέντα κορμῶν συκίνων ὡσ ἔνι μάλιστα χλωρῶν ἐναποπνιγῆναι τῷ καπνῷ· (Lucian, De morte Peregrini, (no name) 9:68)

    (루키아노스, De morte Peregrini, (no name) 9:68)

  • εἶτ’ ἐπειδὰν ἱκανῶσ συλλέξωνται καὶ ἐπισιτίσωνται, ἀπορρίψαντεσ ἐκεῖνο τὸ δύστηνον τριβώνιον ἀγροὺσ ἐνίοτε καὶ ἐσθῆτασ τῶν μαλθακῶν ἐπρίαντο καὶ παῖδασ κομήτασ καὶ συνοικίασ ὅλασ, μακρὰ χαίρειν φράσαντεσ τῇ πήρᾳ τῇ Κράτητοσ καὶ τῷ τρίβωνι τῷ Ἀντισθένουσ καὶ τῷ πίθῳ τῷ Διογένουσ. (Lucian, Fugitivi, (no name) 20:3)

    (루키아노스, Fugitivi, (no name) 20:3)

  • φέρ’ ἴδωμεν ἅτινά σοι ἡ πήρα ἔχει, θέρμουσ ἴσωσ ἢ ἄρτου τρύφοσ. (Lucian, Fugitivi, (no name) 31:7)

    (루키아노스, Fugitivi, (no name) 31:7)

  • ἔπειτα πήρα καὶ βάκτρον. (Lucian, Fugitivi, (no name) 32:11)

    (루키아노스, Fugitivi, (no name) 32:11)

  • πρῶτον μὲν παραλαβών σε καὶ ἀποδύσασ τὴν τρυφὴν καὶ ἀπορίᾳ συγκατακλείσασ τριβώνιον περιβαλῶ, μετὰ δὲ πονεῖν καὶ κάμνειν καταναγκάσω χαμαὶ καθεύδοντα καὶ ὕδωρ πίνοντα καὶ ὧν ἔτυχεν ἐμπιμπλάμενον, τὰ δὲ χρήματα, ἢν ἔχῃσ, ἐμοὶ πειθόμενοσ εἰσ τὴν θάλατταν φέρων ἐμβαλεῖσ, γάμου δὲ ἀμελήσεισ καὶ παίδων καὶ πατρίδοσ, καὶ πάντα σοι ταῦτα λῆροσ ἔσται, καὶ τὴν πατρῴαν οἰκίαν ἀπολιπὼν ἢ τάφον οἰκήσεισ ἢ πυργίον ἔρημον ἢ καὶ πίθον ἡ πήρα δέ σοι θέρμων ἔσται μεστὴ καὶ ὀπισθογράφων βιβλίων καὶ οὕτωσ ἔχων εὐδαιμονέστεροσ εἶναι φήσεισ τοῦ μεγάλου βασιλέωσ. (Lucian, Vitarum auctio, (no name) 9:2)

    (루키아노스, Vitarum auctio, (no name) 9:2)

유의어

  1. disabled in a limb

관련어

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION