헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

παράφορος

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: παράφορος παράφορον

형태분석: παραφορ (어간) + ος (어미)

어원: parafe/romai

  1. 방랑하는, 걸어다니는, 유랑하는, 정주하지 않는
  2. 제정신이 아닌, 미친, 광란적인
  1. borne aside, carried away
  2. wandering, reeling, staggering
  3. mad, frenzied

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 παράφορος

(이)가

παράφορον

(것)가

속격 παραφόρου

(이)의

παραφόρου

(것)의

여격 παραφόρῳ

(이)에게

παραφόρῳ

(것)에게

대격 παράφορον

(이)를

παράφορον

(것)를

호격 παράφορε

(이)야

παράφορον

(것)야

쌍수주/대/호 παραφόρω

(이)들이

παραφόρω

(것)들이

속/여 παραφόροιν

(이)들의

παραφόροιν

(것)들의

복수주격 παράφοροι

(이)들이

παράφορα

(것)들이

속격 παραφόρων

(이)들의

παραφόρων

(것)들의

여격 παραφόροις

(이)들에게

παραφόροις

(것)들에게

대격 παραφόρους

(이)들을

παράφορα

(것)들을

호격 παράφοροι

(이)들아

παράφορα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὅσ’ <ἂν> κινήσεωσ μετασχόντα καὶ σκοπόν τινα θέμενα πειρώμενα τούτου τυγχάνειν καθ’ ἑκάστην ὁρμὴν παράφορα αὐτοῦ γίγνηται καὶ ἀποτυγχάνῃ, πότερον αὐτὰ φήσομεν ὑπὸ συμμετρίασ τῆσ πρὸσ ἄλληλα ἢ τοὐναντίον ὑπὸ ἀμετρίασ αὐτὰ πάσχειν; (Plato, Cratylus, Theaetetus, Sophist, Statesman, 74:2)

    (플라톤, Cratylus, Theaetetus, Sophist, Statesman, 74:2)

  • καὶ συμπερανθείσησ, ὡσ προείρηται, τῆσ θυσίασ ὑποστρέψασ οἴκαδε καὶ κατακλιθείσ, πρὶν αἰσθέσθαι καὶ νοῆσαι τὴν μεταβολήν, ἐν ἐκστάσει καὶ παραφορᾷ τῆσ διανοίασ γενόμενοσ τριταῖοσ ἐτελεύτησεν, οὐδενὸσ ἐνδεὴσ οὐδ’ ἀτελὴσ τῶν πρὸσ εὐδαιμονίαν νενομισμένων γενόμενοσ, καὶ γὰρ ἡ περὶ τὴν ἐκφορὰν πομπὴ θαυμασμὸν ἔσχε, καὶ ζῆλον ἐπικοσμοῦντα τὴν ἀρετὴν τοῦ ἀνδρὸσ τοῖσ ἀρίστοισ καὶ μακαριωτάτοισ ἐνταφίοισ. (Plutarch, Aemilius Paulus, chapter 39 3:1)

    (플루타르코스, Aemilius Paulus, chapter 39 3:1)

  • ἐπὶ δὲ τῷ τεθυμένῳ τόδε μέλοσ, παρακοπά, παραφορὰ φρενοδαλήσ, ὕμνοσ ἐξ Ἐρινύων, δέσμιοσ φρενῶν, ἀφόρ‐ μικτοσ, αὐονὰ βροτοῖσ. (Aeschylus, Eumenides, choral, ephymn 11)

    (아이스킬로스, 에우메니데스, choral, ephymn 11)

  • ἐπὶ δὲ τῷ τεθυμένῳ τόδε μέλοσ, παρακοπά, παραφορὰ φρενοδαλήσ, ὕμνοσ ἐξ Ἐρινύων, δέσμιοσ φρενῶν, ἀφόρ‐ μικτοσ, αὐονὰ βροτοῖσ. (Aeschylus, Eumenides, choral, ephymn 11)

    (아이스킬로스, 에우메니데스, choral, ephymn 11)

유의어

  1. borne aside

  2. 방랑하는

  3. 제정신이 아닌

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION