Ancient Greek-English Dictionary Language

παντοῖος

First/Second declension Adjective; 자동번역 Transliteration:

Principal Part: παντοῖος παντοῖη παντοῖον

Structure: παντοι (Stem) + ος (Ending)

Etym.: pa=s

Sense

  1. of all sorts or kinds, manifold
  2. all shapes, tries every shift, turns every stone
  3. in all kinds of ways

Examples

  • παντοίωσ; (Plutarch, An vitiositas ad infelicitatem sufficia, section 21)
  • ἢν δὲ τὰ κάτω ἀνεσθίηται , αἱμάλωπεσ μέλανεσ, παχέα, σαρκοειδέα , ἐξέρυθρα, θρομβώδεα, ἄλλοτε μὲν μέλανα, ἄλλοτε δὲ παντοίωσ ποικίλα, κάκοδμα, οὐ φορητὰ, ἀφέσιεσ τῶν ὑγρῶν ἀβούλητοι· ἀπελύθη κοτὲ καὶ εὔμηκεσ ἄκριτον κατὰ πλεῦνα, ὅκωσ ὑγιὲσ τὸ ἔντερον, καὶ δέοσ παρέσχεν ἀμφὶ ἔντερον τοῖσι ἀγνοοῦσι τοῦ πρήγματοσ. (Aretaeus, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., , 213)
  • ἀφικόμενοσ δὲ οὗτοσ εἰσ Λακεδαίμονα καὶ ἐπίπνουσ γενόμενοσ συνεβούλευσεν αὐτοῖσ ἀνελέσθαι τὸν πρὸσ Μεσσηνίουσ πόλεμον, προτρέπων παντοίωσ· (Unknown, Elegy and Iambus, Volume I, , section27)
  • εἰσ Λακεδαίμονα καὶ ἐπίπνουσ γενόμενοσ συνεβούλευσεν αὐτοῖσ ἀνελέσθαι τὸν πρὸσ Μεσσηνίουσ πόλεμον προτρέπων παντοίωσ· (Unknown, Elegy and Iambus, Volume I, , 76)
  • ἔμελλον λέγειν ὡσ οὐδείσ ποτε ἀνθρώπων οὐδὲν νομοθετεῖ, τύχαι δὲ καὶ συμφοραὶ παντοῖαι πίπτουσαι παντοίωσ νομοθετοῦσι τὰ πάντα ἡμῖν. (Plato, Laws, book 4 31:1)

Synonyms

  1. of all sorts or kinds

  2. in all kinds of ways

Related

Similar forms

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION