- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

παμπόνηρος?

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: pamponēros 고전 발음: [빰뽀네:로] 신약 발음: [빰뽀네로]

기본형: παμπόνηρος παμπόνηρον

형태분석: παμπονηρ (어간) + ος (어미)

  1. all-depraved, thoroughly knavish, very ill

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 παμπόνηρος

(이)가

παμπόνηρον

(것)가

속격 παμπονήρου

(이)의

παμπονήρου

(것)의

여격 παμπονήρῳ

(이)에게

παμπονήρῳ

(것)에게

대격 παμπόνηρον

(이)를

παμπόνηρον

(것)를

호격 παμπόνηρε

(이)야

παμπόνηρον

(것)야

쌍수주/대/호 παμπονήρω

(이)들이

παμπονήρω

(것)들이

속/여 παμπονήροιν

(이)들의

παμπονήροιν

(것)들의

복수주격 παμπόνηροι

(이)들이

παμπόνηρα

(것)들이

속격 παμπονήρων

(이)들의

παμπονήρων

(것)들의

여격 παμπονήροις

(이)들에게

παμπονήροις

(것)들에게

대격 παμπονήρους

(이)들을

παμπόνηρα

(것)들을

호격 παμπόνηροι

(이)들아

παμπόνηρα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὁ δὲ βασιλεὺς ἔκθυμος γενόμενος καὶ ταῖς τοῦ παμπονήρου ἐρεθισθεὶς διαβολαῖς, ἔγραψε Νικάνορι φάσκων ὑπὲρ μὲν τῶν συνθηκῶν βαρέως φέρειν, κελεύων δὲ τὸν Μακκαβαῖον δέσμιον ἐξαποστέλλειν ταχέως εἰς Ἀντιόχειαν. (Septuagint, Liber Maccabees II 14:27)

    (70인역 성경, Liber Maccabees II 14:27)

  • μὴ δῷς οὖν κἀμοί, πρὸς Ἀδώνιδος, εἰκάσαι παμπόνηρον ἄνθρωπον, ἁπάσῃ κακίᾳ σύντροφον, ἡμέρᾳ δυσφήμῳ καὶ ἀπαισίῳ · (Lucian, Pseudologista, (no name) 13:4)

    (루키아노스, Pseudologista, (no name) 13:4)

  • οὐδ αὖθις αὖ σε σκώψεται Παύσων ὁ παμπόνηρος Λυσίστρατός τ ἐν τἀγορᾷ, Χολαργέων ὄνειδος, ὁ περιαλουργὸς τοῖς κακοῖς, ῥιγῶν τε καὶ πεινῶν ἀεὶ πλεῖν ἢ τριάκονθ ἡμέρας τοῦ μηνὸς ἑκάστου. (Aristophanes, Acharnians, Choral, strophe 41)

    (아리스토파네스, Acharnians, Choral, strophe 41)

  • Γοργόνα αὐτὸν ἡ παμπόνηρος, φίλη δοκοῦσα εἶναι, ἀπέσπασεν ἀπ᾿ ἐμοῦ ὑπελθοῦσα. (Lucian, Dialogi meretricii, 1:5)

    (루키아노스, Dialogi meretricii, 1:5)

  • ἢ τί γὰρ αὐτοὺς ἀξιώσειέ τις ἂν φρονεῖν, ὁπόταν ὁρῶσι τοσαύτην ἐν τῷ βίῳ τὴν ταραχήν, καὶ τοὺς μὲν χρηστοὺς αὐτῶν ἀμελουμένους, ἐν πενίᾳ καὶ νόσοις καὶ δουλείᾳ καταφθειρομένους, παμπονήρους δὲ καὶ μιαροὺς ἀνθρώπους προτιμωμένους καὶ ὑπερπλουτοῦντας καὶ ἐπιτάττοντας τοῖς κρείττοσι, καὶ τοὺς μὲν ἱεροσύλους οὐ κολαζομένους ἀλλὰ διαλανθάνοντας, ἀνασκολοπιζομένους δὲ καὶ τυμπανιζομένους ἐνίοτε τοὺς οὐδὲν ἀδικοῦντας· (Lucian, Juppiter trageodeus, (no name) 19:6)

    (루키아노스, Juppiter trageodeus, (no name) 19:6)

  • ἔστι δ οὐ μόνον πονηρός, οὐ γὰρ οὐδ ἂν ᾐσθόμην, οὐδὲ παμπόνηρος, ἀλλὰ καὶ προσεξηύρηκέ τι. (Aristotle, Parabasis, epirrheme6)

    (아리스토텔레스, Parabasis, epirrheme6)

  • παμπόνηρος, οἷ ἄρ ἐφενακιζόμην ὑπ αὐτοῦ. (Aristophanes, Frogs, Agon, Epirrheme11)

    (아리스토파네스, Frogs, Agon, Epirrheme11)

  • ὁ δὲ παμπόνηρος ἄνθρωπος καὶ θεοῖς ἐχθρὸς καὶ βάσκανος ὄντως ποῖός τις ἂν εἰή πρὸς θεῶν· (Demosthenes, Speeches 11-20, 174:4)

    (데모스테네스, Speeches 11-20, 174:4)

관련어

명사

형용사

동사

부사

감탄사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION