- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ὀρυκτός?

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: oryktos 고전 발음: [오뤽또] 신약 발음: [오뤽또]

기본형: ὀρυκτός ὀρυκτή ὀρυκτόν

형태분석: ὀρυκτ (어간) + ος (어미)

어원: ὀρύσσω

  1. 자연스러운, 당연한, 고유의
  1. formed by digging, natural

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 ὀρυκτός

자연스러운 (이)가

ὀρυκτή

자연스러운 (이)가

ὀρυκτόν

자연스러운 (것)가

속격 ὀρυκτοῦ

자연스러운 (이)의

ὀρυκτῆς

자연스러운 (이)의

ὀρυκτοῦ

자연스러운 (것)의

여격 ὀρυκτῷ

자연스러운 (이)에게

ὀρυκτῇ

자연스러운 (이)에게

ὀρυκτῷ

자연스러운 (것)에게

대격 ὀρυκτόν

자연스러운 (이)를

ὀρυκτήν

자연스러운 (이)를

ὀρυκτόν

자연스러운 (것)를

호격 ὀρυκτέ

자연스러운 (이)야

ὀρυκτή

자연스러운 (이)야

ὀρυκτόν

자연스러운 (것)야

쌍수주/대/호 ὀρυκτώ

자연스러운 (이)들이

ὀρυκτά

자연스러운 (이)들이

ὀρυκτώ

자연스러운 (것)들이

속/여 ὀρυκτοῖν

자연스러운 (이)들의

ὀρυκταῖν

자연스러운 (이)들의

ὀρυκτοῖν

자연스러운 (것)들의

복수주격 ὀρυκτοί

자연스러운 (이)들이

ὀρυκταί

자연스러운 (이)들이

ὀρυκτά

자연스러운 (것)들이

속격 ὀρυκτῶν

자연스러운 (이)들의

ὀρυκτῶν

자연스러운 (이)들의

ὀρυκτῶν

자연스러운 (것)들의

여격 ὀρυκτοῖς

자연스러운 (이)들에게

ὀρυκταῖς

자연스러운 (이)들에게

ὀρυκτοῖς

자연스러운 (것)들에게

대격 ὀρυκτούς

자연스러운 (이)들을

ὀρυκτάς

자연스러운 (이)들을

ὀρυκτά

자연스러운 (것)들을

호격 ὀρυκτοί

자연스러운 (이)들아

ὀρυκταί

자연스러운 (이)들아

ὀρυκτά

자연스러운 (것)들아

원급 비교급 최상급
형용사 ὀρυκτός

ὀρυκτοῦ

자연스러운 (이)의

ὀρυκτότερος

ὀρυκτοτεροῦ

더 자연스러운 (이)의

ὀρυκτότατος

ὀρυκτοτατοῦ

가장 자연스러운 (이)의

부사 ὀρυκτώς

ὀρυκτότερον

ὀρυκτότατα

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἀλλ εἶμ ὀρυκτὸν τῷδ ἀναρρήξων τάφον, ὡς σύντομ ἡμῖν τἀπ ἐμοῦ τε κἀπὸ σοῦ ἐς ἓν ξυνελθόντ οἴκαδ ὁρμήσῃ πλάτην. (Euripides, The Trojan Women, episode, anapests 1:12)

    (에우리피데스, The Trojan Women, episode, anapests 1:12)

  • κατὰ τὸν Ἄρχιππον, παρελίπετε δεῖ γὰρ καὶ ἡμᾶς μικρὰ προσοψωνῆσαι τούς τε ὀρυκτοὺς ἰχθύας καλουμένους, οἳ ἐν Ἡρακλείᾳ γίγνονται καὶ περὶ Τίον τοῦ Πόντου τὴν Μιλησίων ἀποικίαν, ἱστοροῦντος περὶ αὐτῶν Θεοφράστου, ὁ δ αὐτὸς οὗτος φιλόσοφος καὶ περὶ τῶν πηγνυμένων διὰ χειμῶνα τῷ κρυστάλλῳ ἱστόρησεν, οἳ οὐ πρότερον αἰσθάνονται οὐδὲ κινοῦνται πρὶν ἂν εἰς τὰς λοπάδας ἐμβληθέντες ἕψωνται. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 8, book 8, chapter 24)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 8, book 8, chapter 24)

  • ἴδιον δὲ παρὰ τούτους συμβαίνει τὸ περὶ τοὺς ἐν Παφλαγονίᾳ ὀρυκτοὺς καλουμένους ἰχθῦς γινόμενον ὀρύττεσθαι γὰρ κατὰ βάθους πλέονος τοὺς τόπους οὔτε ποταμῶν ἐπιχύσεις ἔχοντας οὔτε φανερῶν ναμάτων, καὶ εὑρίσκεσθαι ἐν αὐτοῖς ἰχθῦς ζῶντας. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 8, book 8, chapter 2 1:1)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 8, book 8, chapter 2 1:1)

  • ἐν οὖν τῷ πεδίῳ τούτῳ εἶναι τοὺς λεγομένους ἰχθῦς ὀρυκτούς. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 8, book 8, chapter 3 3:2)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 8, book 8, chapter 3 3:2)

  • ἐνθένδε ἐς Κανασίδα πόλιν ἐρήμην σταδίους ἐς τετρακοσίους, ἵνα τινὶ φρέατι ὀρυκτῷ ἐπιτυγχάνουσι, καὶ φοίνικες ἄγριοι ἐπεφύκεσαν. (Arrian, Indica, chapter 29 1:2)

    (아리아노스, Indica, chapter 29 1:2)

  • χρυσός τε ὀρυκτὸς γίνεται παρ αὐτοῖς οὐ ψήγματος ἀλλὰ βωλαρίων χρυσοῦ καθάρσεως οὐ πολλῆς δεομένων, μέγεθος δ ἐχόντων ἐλάχιστον μὲν πυρῆνος μέσον δὲ μεσπίλου μέγιστον δὲ καρύου: (Strabo, Geography, book 16, chapter 4 35:33)

    (스트라본, 지리학, book 16, chapter 4 35:33)

  • τούτοις δ ὑπόκειται ὅ τε ὀρυκτὸς λιμὴν καὶ κλειστός, ἴδιος τῶν βασιλέων, καὶ ἡ Ἀντίρροδος νησίον προκείμενον τοῦ ὀρυκτοῦ λιμένος, βασίλειον ἅμα καὶ λιμένιον ἔχον: (Strabo, Geography, book 17, chapter 1 18:3)

    (스트라본, 지리학, book 17, chapter 1 18:3)

  • ἑξῆς δ Εὐνόστου λιμὴν μετὰ τὸ ἑπταστάδιον, καὶ ὑπὲρ τούτου ὁ ὀρυκτὸς ὃν καὶ Κιβωτὸν καλοῦσιν, ἔχων καὶ αὐτὸς νεώρια. (Strabo, Geography, book 17, chapter 1 20:1)

    (스트라본, 지리학, book 17, chapter 1 20:1)

관련어

명사

형용사

동사

부사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION