Ancient Greek-English Dictionary Language

νόος

Second declension Noun; Masculine 자동번역 Transliteration:

Principal Part: νόος νόου

Structure: νο (Stem) + ος (Ending)

Sense

  1. mind, perception, sense
  2. mind as used in feeling, the heart, soul
  3. the mind as used in resolving and purposing, will

Declension

Second declension

The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.

Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.

Examples

  • ὥστε οὐδὲν δεήσομαι τὸ τῆσ Κίρκησ ἐκεῖνο πρὸσ σὲ εἰπεῖν, τὸ θαῦμὰ μ’ ἔχει ὡσ οὔτι πιὼν τάδε φάρμακ’ ἐθέλχθησ, θελχθήσῃ γάρ, καὶ μὰ Δί’ οὐκ ὄνου κεφαλὴν ἢ συὸσ καρδίαν ἕξεισ, ἀλλ’ ὁ μὲν νόοσ σοι ἐμπεδώτεροσ ἔσται, σὺ δὲ ὑφ’ ἡδονῆσ οὐδὲ ὀλίγον τοῦ κυκεῶνοσ ἄλλῳ μεταδώσεισ πιεῖν. (Lucian, De saltatione, (no name) 85:3)
  • ἄλλοτε δ’ ἀλλοῖοσ Ζηνὸσ νόοσ αἰγιόχοιο, ἀργαλέοσ δ’ ἄνδρεσσι καταθνητοῖσι νοῆσαι. (Hesiod, Works and Days, Book WD 55:3)
  • μεγάλου δὲ Διὸσ νόοσ ἐξετελεῖτο. (Hesiod, Theogony, Book Th. 108:4)
  • ἀλλ’ ἅμα τῷ φυσῆν χὠ νόοσ ἐκπέταται. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 8, book 8, chapter 18 4:1)
  • τίκτει γὰρ κόροσ ὕβριν, ὅταν πολὺσ ὄλβοσ ἕπηταιἀνθρώποισιν, ὅσοισ μὴ νόοσ ἄρτιοσ ᾖ. (Aristotle, Athenian Constitution, work Ath. Pol., chapter 12 2:3)
  • ἀνέχεται γὰρ τὰ τῶν ὀρέξεων πάθη ὑπὸ τοῦ σώφρονοσ νοὸσ ἀνακαμπτόμενα, καὶ φιμοῦται πάντα τὰ τοῦ σώματοσ κινήματα τοῦ λογισμοῦ.̀ρ̀νΤὸ βιβλίον «Μακκαβαίων Δ´», ὡσ «ἀπόκρυφον» δὲν συγκατελέχθη ὑπὸ τῆσ Ἐκκλησίασ μεταξὺ τῶν κανονικῶν βιβλίων τῆσ Παλαιᾶσ Διαθήκησ. Ἐν τούτοισ, λόγῳ τῆσ σπουδαιότητοσ τοῦ περιεχομένου αὐτοῦ καὶ τῆσ συμπεριλήψεώσ του εἰσ ἀρχαῖα χειρόγραφα τῆσ Μεταφράσεωσ τῶν Ἑβδομήκοντα , ἐκδίδεται συνήθωσ μετὰ τῶν ἄλλων βιβλίων τῶν Μακκαβαίων . (Septuagint, Liber Maccabees IV 1:34)

Synonyms

  1. mind

  2. the mind as used in resolving and purposing

Related

Derived

Source: Ancient Greek entries from Wiktionary

Find this word at Wiktionary

SEARCH

MENU NAVIGATION