- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

μακαριστός?

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: makaristos 고전 발음: [마까리] 신약 발음: [마까리]

기본형: μακαριστός

형태분석: μακαριστ (어간) + ος (어미)

어원: μακαρίζω의 분사형

  1. deemed or to be deemed happy, enviable

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 μακαριστός

(이)가

μακαριστή

(이)가

μακάριστον

(것)가

속격 μακαριστοῦ

(이)의

μακαριστῆς

(이)의

μακαρίστου

(것)의

여격 μακαριστῷ

(이)에게

μακαριστῇ

(이)에게

μακαρίστῳ

(것)에게

대격 μακαριστόν

(이)를

μακαριστήν

(이)를

μακάριστον

(것)를

호격 μακαριστέ

(이)야

μακαριστή

(이)야

μακάριστον

(것)야

쌍수주/대/호 μακαριστώ

(이)들이

μακαριστά

(이)들이

μακαρίστω

(것)들이

속/여 μακαριστοῖν

(이)들의

μακαρισταῖν

(이)들의

μακαρίστοιν

(것)들의

복수주격 μακαριστοί

(이)들이

μακαρισταί

(이)들이

μακάριστα

(것)들이

속격 μακαριστῶν

(이)들의

μακαριστῶν

(이)들의

μακαρίστων

(것)들의

여격 μακαριστοῖς

(이)들에게

μακαρισταῖς

(이)들에게

μακαρίστοις

(것)들에게

대격 μακαριστούς

(이)들을

μακαριστάς

(이)들을

μακάριστα

(것)들을

호격 μακαριστοί

(이)들아

μακαρισταί

(이)들아

μακάριστα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὁ ἀτιμάζων πένητας ἁμαρτάνει, ἐλεῶν δὲ πτωχοὺς μακαριστός. (Septuagint, Liber Proverbiorum 14:21)

    (70인역 성경, 잠언 14:21)

  • συνετὸς ἐν πράγμασιν εὑρετὴς ἀγαθῶν, πεποιθὼς δὲ ἐπὶ Θεῷ μακαριστός. (Septuagint, Liber Proverbiorum 16:16)

    (70인역 성경, 잠언 16:16)

  • οὐ μὴ ὑπάρξῃ ἐξηγητὴς ἔθνει παρανόμῳ, ὁ δὲ φυλάσσων τὸν νόμον μακαριστός. (Septuagint, Liber Proverbiorum 29:18)

    (70인역 성경, 잠언 29:18)

  • τῶν δὲ ἐκεῖ σοφῶν οὐδεὶς ζηλωτὸς οὐδὲ μακαριστός ἐστιν, ἂν μὴ ζῶν ἔτι καὶ φρονῶν καὶ ὑγιαίνων τοῦ σώματος τὴν ψυχὴν πυρὶ διαστήσῃ, καὶ καθαρὸς ἐκβῇ τῆς σαρκὸς ἐκνιψάμενος τὸ θνητόν. (Plutarch, An vitiositas ad infelicitatem sufficia, section 3 2:13)

    (플루타르코스, An vitiositas ad infelicitatem sufficia, section 3 2:13)

  • τῶν δ ἐκεῖ σοφῶν οὐδεὶς ζηλωτὸς οὐδὲ μακαριστός ἐστιν, ἂν μὴ ζῶν ἔτι καὶ φρονῶν καὶ ὑγιαίνων τοῦ σώματος τὴν ψυχὴν πυρὶ διαστήσῃ, καὶ καθαρὸς ἐκβῇ τῆς σαρκὸς ἐκνιψάμενος τὸ θνητόν. (Plutarch, An vitiositas ad infelicitatem sufficia, section 3 6:10)

    (플루타르코스, An vitiositas ad infelicitatem sufficia, section 3 6:10)

유의어

  1. deemed or to be deemed happy

관련어

명사

형용사

동사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION