Ancient Greek-English Dictionary Language

λιπαρής

Third declension Adjective; 자동번역 Transliteration:

Principal Part: λιπαρής λιπαρές

Structure: λιπαρη (Stem) + ς (Ending)

Etym.: (어원이 불명확함.): the first syll. seems to be from li-, li/an.

Sense

  1. persisting or persevering, earnest, indefatigable
  2. earnest in begging or praying, importunate, instant in prayer, importunity
  3. earnestly, importunately

Examples

  • ὁ φεύγων καὶ φοβούμενοσ ἀκοῦσαι λιπαρὴσ τῶν ἐν ἐξουσίᾳ καὶ θεραπευτικόσ. (Plutarch, Maxime cum principbus philosopho esse diserendum, chapter, section 1 3:1)
  • ὁ γὰρ Κάτλοσ ἦν μὲν ἐν ἀξιώματι τῶν Ῥωμαίων μεγίστῳ καὶ τότε τὴν τιμητικὴν ἀρχὴν εἶχεν ἀνέβη δὲ πρὸσ τὸν Κάτωνα τεταγμένον ἐπὶ τοῦ δημοσίου ταμιείου παραιτησόμενόσ τινα τῶν ἐζημιωμένων ὑπ’ αὐτοῦ, καὶ λιπαρὴσ ἐγίγνετο ταῖσ δεήσεσι προσβιαζόμενοσ· (Plutarch, De vitioso pudore, section 15 2:1)
  • εἶπεν ὁ Κλεόμβροτοσ "εἰ μηδὲν ἄλλο, τῶν περὶ ταῦτα λιπαρὴσ εἶναι καὶ πρόθυμοσ ἀκροατὴσ, ἐνδιδόντοσ ἑαυτὸν ἵλεων καὶ παρέχοντοσ; (Plutarch, De defectu oraculorum, section 22 4:2)
  • ὁ δὲ λιπαρὴσ ἦν περὶ τὰσ δεήσεισ, καὶ λόγων ἐδόκει μὴ παντάπασιν ἀπορεῖν εὐπρέπειαν ἐχόντων, ὡσ τὰ μὲν ἄλλα Σινάτου βελτίονα παρεσχηκὼσ ἑαυτὸν ἀνελὼν δ’ ἐκεῖνον ἔρωτι τῆσ Κάμμησ μὴ δι’ ἑτέραν τινὰ πονηρίαν. (Plutarch, Mulierum virtutes, 2:1)
  • ὁ δὲ λιπαρὴσ ἦν περὶ τὰσ δεήσεισ, καὶ λόγων ἐδόκει μὴ παντάπασιν ἀπορεῖν εὐπρέπειαν ἐχόντων, ὡσ τὰ μὲν ἄλλα Σινάτου βελτίονα παρεσχηκὼσ ἑαυτὸν ἀνελὼν δ’ ἐκεῖνον ἔρωτι τῆσ Κάμμασ μὴ δι’ ἑτέραν τινὰ πονηρίαν. (Plutarch, Mulierum virtutes, 6:1)

Synonyms

  1. earnestly

Related

Similar forms

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION