- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

λαπαρός?

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: laparos 고전 발음: [라빠로] 신약 발음: [라빠로]

기본형: λαπαρός λαπαρή λαπαρόν

형태분석: λαπαρ (어간) + ος (어미)

  1. 풀려난, 늦은, 느슨한
  1. slack, loose

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 λαπαρός

풀려난 (이)가

λαπαρά

풀려난 (이)가

λαπαρόν

풀려난 (것)가

속격 λαπαροῦ

풀려난 (이)의

λαπαρᾶς

풀려난 (이)의

λαπαροῦ

풀려난 (것)의

여격 λαπαρῷ

풀려난 (이)에게

λαπαρᾷ

풀려난 (이)에게

λαπαρῷ

풀려난 (것)에게

대격 λαπαρόν

풀려난 (이)를

λαπαράν

풀려난 (이)를

λαπαρόν

풀려난 (것)를

호격 λαπαρέ

풀려난 (이)야

λαπαρά

풀려난 (이)야

λαπαρόν

풀려난 (것)야

쌍수주/대/호 λαπαρώ

풀려난 (이)들이

λαπαρά

풀려난 (이)들이

λαπαρώ

풀려난 (것)들이

속/여 λαπαροῖν

풀려난 (이)들의

λαπαραῖν

풀려난 (이)들의

λαπαροῖν

풀려난 (것)들의

복수주격 λαπαροί

풀려난 (이)들이

λαπαραί

풀려난 (이)들이

λαπαρά

풀려난 (것)들이

속격 λαπαρῶν

풀려난 (이)들의

λαπαρῶν

풀려난 (이)들의

λαπαρῶν

풀려난 (것)들의

여격 λαπαροῖς

풀려난 (이)들에게

λαπαραῖς

풀려난 (이)들에게

λαπαροῖς

풀려난 (것)들에게

대격 λαπαρούς

풀려난 (이)들을

λαπαράς

풀려난 (이)들을

λαπαρά

풀려난 (것)들을

호격 λαπαροί

풀려난 (이)들아

λαπαραί

풀려난 (이)들아

λαπαρά

풀려난 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἰδοῦσ1 ἔφηβον ἡ Γνάθαιν ἰσχνὸν πάνυ καὶ μέλανα λεπτὸν θ, ὡς ἐοίχ, ὑπερβολῇ καὶ λαπαρόν, ἔτι δὲ τῶν ἐφήβων βραχύτερον, ἔσκωπτεν εἰς Ἄδωνιν. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 13, book 13, chapter 43 7:2)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 13, book 13, chapter 43 7:2)

  • Ἢν δὲ λαπαρῷ ἐόντι καῦσος ἐπιγένηται, ἤν σοι δοκέῃ φαρμακεύειν ἐπιτηδείως ἔχειν, ἔσω τριῶν ἡμερέων μὴ φαρμακεύειν, ἀλλ ἢ τεταρταῖον. (Hippocrates, Oeuvres Completes D'Hippocrate., , 7.3)

    (히포크라테스, Oeuvres Completes D'Hippocrate., , 7.3)

  • Ἀμφιφλασθείσης μέντοι τῆς σαρκὸς ἀμφὶ τῇσι πλευρῇσιν, ἢ ὑπὸ πληγῆς, ἢ ὑπὸ πτώματος, ἢ ὑπὸ ἀντερείσιος, ἢ ἄλλου τινὸς τοιουτοτρόπου, πολλοὶ ἤδη πουλὺ αἷμα ἔπτυσαν‧ οἱ γὰρ ὀχετοὶ οἱ κατὰ τὸ λαπαρὸν τῆς πλευρῆς ἑκάστης παρατεταμένοι, καὶ οἱ τόνοι ἀπὸ τῶν ἐπικαιροτάτων τῶν ἐν τῷ σώματι τὰς ἀφορμὰς ἔχουσιν‧ πολλοὶ οὖν ἤδη βηχώδεες, καὶ φυματίαι, καὶ ἔμπυοι ἐγένοντο, καὶ ἔμμοτοι, καὶ ἡ πλευρὴ ἐπεσφακέλισεν αὐτοῖσιν. (Hippocrates, Oeuvres Completes D'Hippocrate., , 50.1)

    (히포크라테스, Oeuvres Completes D'Hippocrate., , 50.1)

  • Οἷσι δὲ ὄπισθεν, σημεῖα, ἔμπροσθεν λαπαρώτερον, ὄπισθεν ἐξέχον, ποὺς ὀρθὸς, ξυγκάμπτειν οὐ δύνανται, εἰ μὴ μετ ὀδύνης, ἐκτείνειν ἥκιστα‧ τούτοισι σκέλος βραχύτερον. (Hippocrates, Oeuvres Completes D'Hippocrate., MOXLIKOS., 23.1)

    (히포크라테스, Oeuvres Completes D'Hippocrate., MOXLIKOS., 23.1)

  • Οἷσι δὲ ἐς τοὔμπροσθεν, σημεῖα τἀναντία, ὄπισθεν λαπαρὸν, ἔμπροσθεν ἐξέχον, ἥκιστα ξυγκάμπτουσιν οὗτοι τὸ σκέλος, μάλιστα δὲ ἐκτείνουσιν‧ ὀρθὸς ποὺς, σκέλος ἴσον, πτέρνα‧ βραχεῖ ἄκρως ἀνέσταλται. (Hippocrates, Oeuvres Completes D'Hippocrate., MOXLIKOS., 24.1)

    (히포크라테스, Oeuvres Completes D'Hippocrate., MOXLIKOS., 24.1)

유의어

  1. 풀려난

관련어

명사

형용사

동사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION