- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

κῦμα?

3군 변화 명사; 중성 자동번역 로마알파벳 전사: kȳma 고전 발음: [뀌:마] 신약 발음: [뀌마]

기본형: κῦμα κύματος

형태분석: κυματ (어간)

어원: κύω

  1. 물결, 파도, 결, 두덩, 놀
  1. swell, wave, billow, (figuratively) a wave or flood of men
  2. (in Tragedy) wave of adversity

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 κῦμα

물결이

κύματε

물결들이

κύματα

물결들이

속격 κύματος

물결의

κυμάτοιν

물결들의

κυμάτων

물결들의

여격 κύματι

물결에게

κυμάτοιν

물결들에게

κύμασι(ν)

물결들에게

대격 κῦμα

물결을

κύματε

물결들을

κύματα

물결들을

호격 κύμα

물결아

κύματε

물결들아

κύματα

물결들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἐπιτρέψαντες οὖν τῷ πνέοντι καὶ παραδόντες ἑαυτοὺς ἐχειμαζόμεθα ἡμέρας ἐννέα καὶ ἑβδομήκοντα, τῇ ὀγδοηκοστῇ δὲ ἄφνω ἐκλάμψαντος ἡλίου καθορῶμεν οὐ πόρρω νῆσον ὑψηλὴν καὶ δασεῖαν, οὐ τραχεῖ περιηχουμένην τῷ κύματι: (Lucian, Verae Historiae, book 1 6:3)

    (루키아노스, Verae Historiae, book 1 6:3)

  • αὐτὸς δέ, τῆς ὁλκάδος, ἐφ ἧς ἔπλει, μήτε πρὸς τὴν γῆν εὐπαρακομίστου διὰ μέγεθος ἐν σάλῳ μεγάλῳ καὶ κύματι τυφλῷ παρισταμένης τοῖς κυβερνήταις, πρός τε τὴν θάλασσαν ἤδη βαρείας καὶ ὑπεράντλου γενομένης, μετεμβὰς εἰς λῃστρικὸν μυοπάρωνα καὶ τὸ σῶμα πειραταῖς ἐγχειρίσας ἀνελπίστως καὶ παραβόλως εἰς τὴν Ποντικὴν Ἡράκλειαν ἐξεσώθη. (Plutarch, Lucullus, chapter 13 3:1)

    (플루타르코스, Lucullus, chapter 13 3:1)

  • ὁ ναύτης ἆρα μὴ ς πρῷραν φυγὼν πρύμνηθεν ηὑρ῀ε μηχανὴν σωτηρίας, νεὼς καμούσης ποντίῳ πρὸς κύματι · (Aeschylus, Seven Against Thebes, choral, strophe 13)

    (아이스킬로스, 테바이를 공격한 일곱 장수, choral, strophe 13)

  • μετὰ γὰρ μάκαρας καὶ Διὸς ἰσχὺν ὅδε Καδμείων ἤρυξε πόλιν μὴ νατραπῆναι μηδ ἀλλοδαπῷ κύματι φωτῶν κατακλυσθῆναι τὰ μάλιστα. (Aeschylus, Seven Against Thebes, episode, anapests14)

    (아이스킬로스, 테바이를 공격한 일곱 장수, episode, anapests14)

  • ἔνθεν δ αὐτίκ ἔπειτα κατηρεφὲς ἔσσυτο κῦμα, ἡ δ ἄφαρ ὥστε κύλινδρος ἐπέτρεχε κύματι λάβρῳ προπροκαταϊ´γδην κοίλης ἁλός. (Apollodorus, Argonautica, book 2 9:42)

    (아폴로도로스, 아르고나우티카, book 2 9:42)

관련어

명사

형용사

부사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION