헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

κόμμα

3군 변화 명사; 중성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: κόμμα κόμματος

형태분석: κομματ (어간)

어원: ko/ptw

  1. 돈, 화폐 제도
  2. 조각, 낱, 한 조각
  3. 겨, 여물
  4. 짧은 절, 대명사
  1. a stamp or impression of a coin, coinage
  2. that which is cut off, piece
  3. chaff
  4. (rhetoric) a short clause
  5. a contusion

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 κόμμα

돈이

κόμματε

돈들이

κόμματα

돈들이

속격 κόμματος

돈의

κομμάτοιν

돈들의

κομμάτων

돈들의

여격 κόμματι

돈에게

κομμάτοιν

돈들에게

κόμμασιν*

돈들에게

대격 κόμμα

돈을

κόμματε

돈들을

κόμματα

돈들을

호격 κόμμα

돈아

κόμματε

돈들아

κόμματα

돈들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ ἐπέτρεψά σοι ποιῆσαι κόμμα ἴδιον νόμισμα τῇ χώρᾳ σου, (Septuagint, Liber Maccabees I 15:6)

    (70인역 성경, Liber Maccabees I 15:6)

  • προσέρχεται γάρ τισ κακῶσ πράττων ἀνήρ, ἐοίκε δ’ εἶναι τοῦ πονηροῦ κόμματοσ. (Aristophanes, Plutus, Episode 1:7)

    (아리스토파네스, Plutus, Episode 1:7)

  • ἰδὼν γὰρ αὐτὸν γνώσεται ὅτι ἔστ’ ἐκείνου τοῦ πονηροῦ κόμματοσ. (Aristophanes, Plutus, Episode 2:59)

    (아리스토파네스, Plutus, Episode 2:59)

  • οὔτε γὰρ τούτοισιν οὖσιν οὐ κεκιβδηλευμένοισ, ἀλλὰ καλλίστοισ ἁπάντων, ὡσ δοκεῖ, νομισμάτων καὶ μόνοισ ὀρθῶσ κοπεῖσι καὶ κεκωδωνισμένοισ ἔν τε τοῖσ Ἕλλησι καὶ τοῖσ βαρβάροισι πανταχοῦ χρώμεθ’ οὐδέν, ἀλλὰ τούτοισ τοῖσ πονηροῖσ χαλκίοισ χθέσ τε καὶ πρώην κοπεῖσι τῷ κακίστῳ κόμματι. (Aristophanes, Frogs, Parabasis, antepirrheme2)

    (아리스토파네스, Frogs, Parabasis, antepirrheme2)

  • ἴδιοί τινέσ σοι, κόμμα καινόν; (Aristophanes, Frogs, Lyric-Scene, lyric8)

    (아리스토파네스, Frogs, Lyric-Scene, lyric8)

  • κόμμα δ’ ἐστὶ κώλου μέροσ καθ’ αὑτὸ μὲν τιθέμενον, ὡσ τὸ γνῶθι σαυτὸν καὶ μηδὲν ἄγαν. (Aristides, Aelius, Ars Rhetorica, , 3:2)

    (아리스티데스, 아일리오스, Ars Rhetorica, , 3:2)

  • ἔτι δὲ ἄλλα καὶ ἄλλα μάλιστα φαίνεται τὰ λεγόμενα, καὶ οὐχ ὡσ ὕφοσ ἐστὶ τὸ σύγγραμμα, ἀλλ’ ὥσπερ κατὰ κόμμα λαλιῶν εἴδει συνηγμένον. (Aristides, Aelius, Ars Rhetorica, , 3:2)

    (아리스티데스, 아일리오스, Ars Rhetorica, , 3:2)

  • συντάξασ οὖν τοῦτο τὸ κόμμα τήνελλα, οὕτωσ τὰ ἑξῆσ ἀνεβάλλετο, καὶ αὐτὸσ μὲν τὸ μέλοσ τῆσ κιθάρασ ἐν μέσω τῷ χορῷ ἔλεγε, τὸ τήνελλα, ὁ δὲ χορὸσ τὰ ἐπίλοιπα. (Unknown, Elegy and Iambus, Volume II, , 699)

    (작자 미상, 비가, , 699)

유의어

  1. 조각

  2. 짧은 절

관련어

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION