헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

γίνομαι

비축약 동사; 이상동사 이형 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: γίνομαι

형태분석: γίν (어간) + ομαι (인칭어미)

  1. gignomai
  1. Alternative spelling of γίγνομαι ‎(gígnomai)

활용 정보

현재 시제

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 γίνομαι

(나는) [[gignomai]]는다

γίνει, γίνῃ

(너는) [[gignomai]]는다

γίνεται

(그는) [[gignomai]]는다

쌍수 γίνεσθον

(너희 둘은) [[gignomai]]는다

γίνεσθον

(그 둘은) [[gignomai]]는다

복수 γινόμεθα

(우리는) [[gignomai]]는다

γίνεσθε

(너희는) [[gignomai]]는다

γίνονται

(그들은) [[gignomai]]는다

접속법단수 γίνωμαι

(나는) [[gignomai]]자

γίνῃ

(너는) [[gignomai]]자

γίνηται

(그는) [[gignomai]]자

쌍수 γίνησθον

(너희 둘은) [[gignomai]]자

γίνησθον

(그 둘은) [[gignomai]]자

복수 γινώμεθα

(우리는) [[gignomai]]자

γίνησθε

(너희는) [[gignomai]]자

γίνωνται

(그들은) [[gignomai]]자

기원법단수 γινοίμην

(나는) [[gignomai]]기를 (바라다)

γίνοιο

(너는) [[gignomai]]기를 (바라다)

γίνοιτο

(그는) [[gignomai]]기를 (바라다)

쌍수 γίνοισθον

(너희 둘은) [[gignomai]]기를 (바라다)

γινοίσθην

(그 둘은) [[gignomai]]기를 (바라다)

복수 γινοίμεθα

(우리는) [[gignomai]]기를 (바라다)

γίνοισθε

(너희는) [[gignomai]]기를 (바라다)

γίνοιντο

(그들은) [[gignomai]]기를 (바라다)

명령법단수 γίνου

(너는) [[gignomai]]어라

γινέσθω

(그는) [[gignomai]]어라

쌍수 γίνεσθον

(너희 둘은) [[gignomai]]어라

γινέσθων

(그 둘은) [[gignomai]]어라

복수 γίνεσθε

(너희는) [[gignomai]]어라

γινέσθων, γινέσθωσαν

(그들은) [[gignomai]]어라

부정사 γίνεσθαι

[[gignomai]]는 것

분사 남성여성중성
γινομενος

γινομενου

γινομενη

γινομενης

γινομενον

γινομενου

미완료(Imperfect) 시제

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐγινόμην

(나는) [[gignomai]]고 있었다

ἐγίνου

(너는) [[gignomai]]고 있었다

ἐγίνετο

(그는) [[gignomai]]고 있었다

쌍수 ἐγίνεσθον

(너희 둘은) [[gignomai]]고 있었다

ἐγινέσθην

(그 둘은) [[gignomai]]고 있었다

복수 ἐγινόμεθα

(우리는) [[gignomai]]고 있었다

ἐγίνεσθε

(너희는) [[gignomai]]고 있었다

ἐγίνοντο

(그들은) [[gignomai]]고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • εὐθὺσ δὲ παρῆν ὁ μὲν Λεωνίδασ μισθοφόρουσ ἔχων πολλοὺσ, καὶ τὸ οἴκημα περιέσχεν ἔξωθεν, οἱ δὲ ἔφοροι πρὸσ τὸν Ἆγιν εἰσῆλθον, καὶ τῶν γερόντων εἰσ τὸ οἴκημα μεταπεμψάμενοι τοὺσ ταὐτὰ βουλομένουσ, ὡσ δὴ κρίσεωσ αὐτῷ γινομένησ, ἐκέλευον ὑπὲρ τῶν πεπραγμένων ἀπολογεῖσθαι. (Plutarch, Agis, chapter 19 3:2)

    (플루타르코스, Agis, chapter 19 3:2)

  • τὰσ δ’ εἰλαπίνασ ἀπὸ τῆσ ἐν αὐταῖσ παρασκευῆσ γινομένησ καὶ δαπάνησ, λαφύττειν γὰρ καὶ λαπάζειν τὸ ἐκκενοῦν καὶ ἀναλίσκειν, ὅθεν καὶ ἐπὶ τοῦ πορθεῖν τὸ ἀλαπάζειν οἱ ποιηταὶ τάττουσι, καὶ τὰ διαρπαζόμενα κατὰ τὴν λάφυξιν λάφυρα, τὰσ δὲ τοιαύτασ εὐωχίασ Αἰσχύλοσ καὶ Εὐριπίδησ εἰλαπίνασ ἀπὸ τοῦ λελαπάχθαι. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 8, book 8, chapter 64 2:1)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 8, book 8, chapter 64 2:1)

  • πρὸσ ταῦτα ποιεῖ τὸν Ἀθηναῖον ἀποκρινόμενον λαβυρίνθων σκολιώτερα περὶ τῆσ ἐλπίδοσ ἐπὶ κακῷ τοῖσ ἀνθρώποισ γινομένησ, κατὰ λέξιν οὕτωσ γράφων· (Dionysius of Halicarnassus, , chapter 402)

    (디오니시오스, , chapter 402)

  • "τὸ δ’ ὁρμητικὸν ἐγειρόμενον ὑπὸ τοῦ φανταστικοῦ πρὸσ τὰ οἰκεῖα πρακτικῶσ κινεῖ τὸν ἄνθρωπον, οἱο͂ν ῥοπῆσ ἐν τῷ ἡγεμονικῷ καὶ νεύσεωσ γινομένησ οὐδὲ τοῦτ’ οὖν ἀναιροῦσιν οἱ περὶ πάντων ἐπέχοντεσ, ἀλλὰ χρῶνται τῇ ὁρμῇ φυσικῶσ ἀγούσῃ πρὸσ τὸ φαινόμενον οἰκεῖον. (Plutarch, Adversus Colotem, section 2610)

    (플루타르코스, Adversus Colotem, section 2610)

  • ἐκ δὲ τούτου μᾶλλον ἐπιτείνοντα τὴν ἄσκησιν ὀρθῶσ ἔχει καὶ θέατρον ἀκροάματοσ εὐημεροῦντοσ παρελθεῖν, καὶ φίλουσ ἐπ’ ὀρχηστοῦ τινοσ ἢ κωμῳδοῦ θέαν παραλαμβάνοντασ διώσασθαι καὶ βοῆσ ἐν σταδίῳ γινομένησ ἢ ἱπποδρόμῳ μὴ ἐπιστραφῆναι. (Plutarch, De curiositate, section 133)

    (플루타르코스, De curiositate, section 133)

관련어

파생어

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION