- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

γαμέτης?

1군 변화 명사; 남성 자동번역 로마알파벳 전사: gametēs 고전 발음: [가메떼:] 신약 발음: [가매떼]

기본형: γαμέτης

형태분석: γαμετ (어간) + ης (어미)

어원: γαμέω

  1. 남편, 배우자, 양반
  1. a husband, spouse

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 γαμέτης

남편이

γαμέτα

남편들이

γαμέται

남편들이

속격 γαμέτου

남편의

γαμέταιν

남편들의

γαμετῶν

남편들의

여격 γαμέτῃ

남편에게

γαμέταιν

남편들에게

γαμέταις

남편들에게

대격 γαμέτην

남편을

γαμέτα

남편들을

γαμέτας

남편들을

호격 γαμέτα

남편아

γαμέτα

남편들아

γαμέται

남편들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • αἰδοῖα μέντοι πρόσθετα ἔχουσιν, οἱ μὲν ἐλεφάντινα, οἱ δὲ πένητες αὐτῶν ξύλινα, καὶ διὰ τούτων ὀχεύουσι καὶ πλησιάζουσι τοῖς γαμέταις τοῖς ἑαυτῶν. (Lucian, Verae Historiae, book 1 22:13)

    (루키아노스, Verae Historiae, book 1 22:13)

  • ἀλλὰ γυναιξὶ γε γαμέταις ἀρχαὶ ταῦτα φιλίας, ὥσπερ ἱερῶν μεγάλων κοινωνήματα. (Plutarch, Amatorius, section 237)

    (플루타르코스, Amatorius, section 237)

  • διὸ καὶ θρασύτεραι λέγονται γενέσθαι καὶ πρὸς αὐτοὺς πρῶτον ἀνδρώδεις τοὺς ἄνδρας, ἅτε δὴ τῶν μὲν οἴκων ἄρχουσαι κατὰ κράτος, ἐν δὲ τοῖς δημοσίοις πράγμασι καὶ γνώμης μεταλαμβάνουσαι καὶ παρρησίας περὶ τῶν μεγίστων, ὁ δὲ Νομᾶς ταῖς γαμεταῖς τὸ μὲν ἀξίωμα καὶ τὴν τιμὴν ἐτήρησε πρὸς τοὺς ἄνδρας, ἣν εἶχον ἀπὸ Ῥωμύλου θεραπευόμεναι διὰ τὴν ἁρπαγήν, αἰδῶ δὲ πολλὴν ἐπέστησεν αὐταῖς καὶ πολυπραγμοσύνην ἀφεῖλε καὶ νήφειν ἐδίδαξε καὶ σιωπᾶν εἴθισεν, οἴνου μὲν ἀπεχομένας τὸ πάμπαν, λόγῳ δὲ μηδὲ ὑπὲρ τῶν ἀναγκαίων ἀνδρὸς ἄνευ χρωμένας. (Plutarch, Comparison of Lycurgus and Numa, chapter 3 5:1)

    (플루타르코스, Comparison of Lycurgus and Numa, chapter 3 5:1)

  • τούτους δ ὑπερβάλλει ὁ κατὰ Ἄντυλλαν πόλιν οὐ μακρὰν οὖσαν Ἀλεξανδρείας, ἧς τοὺς φόρους οἱ τότε βασιλεῖς Αἰγύπτιοί τε καὶ Πέρσαι ταῖς γαμεταῖς ἐδίδοσαν εἰς ζώνας. (Athenaeus, The Deipnosophists, book 1, chapter 60 2:4)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, book 1, chapter 60 2:4)

  • καλοῦσιν, ὀρθῶς τοῦτὸ γ αὐτὸ ποιοῦντες, ὅτι τὸ συνακολασταίνειν καὶ παροινεῖν οὐ μεταδιδόασι ταῖς γαμεταῖς. (Plutarch, Conjugalia Praecepta, chapter, section 16 1:1)

    (플루타르코스, Conjugalia Praecepta, chapter, section 16 1:1)

유의어

  1. 남편

관련어

명사

형용사

동사

부사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION