φθόγγος
2군 변화 명사; 남성
로마알파벳 전사:
고전 발음: []
신약 발음: []
기본형:
φθόγγος
φθόγγου
형태분석:
φθογγ
(어간)
+
ος
(어미)
곡용 정보
2군 변화
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- οἱο͂ν γὰρ ἐν φθόγγοισ μουσικὴ τὸ ἐμμελὲσ οὐκ ἀναιρέσει βαρύτητοσ καὶ ὀξύτητοσ, ἐν δὲ σώμασιν ἰατρικὴ τὸ ὑγιεινὸν οὐ φθορᾷ θερμότητοσ καὶ ψυχρότητοσ, ἀλλὰ συμμετρίαισ καὶ ποσότησι κραθεισῶν ἀπεργάζεται, τοιοῦτον ἐν ψυχῇ τὸ ἠθικὸν ἐγγενομένησ ὑπὸ λόγου ταῖσ παθητικαῖσ δυνάμεσι καὶ κινήσεσιν ἐπιεικείασ καὶ μετριότητοσ. (Plutarch, De virtute morali, section 12 4:1)
(플루타르코스, De virtute morali, section 12 4:1)
- ὁ γὰρ ἀὴρ φθόγγοισ ἐνάρθροισ τυπωθεὶσ καὶ γενόμενοσ δι’ ὅλου λόγοσ καὶ φωνὴ πρὸσ τὴν ψυχὴν τοῦ ἀκροωμένου περαίνει τὴν νόησιν· (Plutarch, De genio Socratis, section 20 21:2)
(플루타르코스, De genio Socratis, section 20 21:2)
- καὶ διὰ τί, τῆσ σύριγγοσ ἀνασπωμένησ, πᾶσιν ὀξύνεται τοῖσ φθόγγοισ, κλινομένησ δέ, πάλιν βαρύνει, καὶ συναχθεὶσ πρὸσ τὸν ἕτερον βαρύτερον διαχθεὶσ δ’ ὀξύτερον ἠχεῖ καὶ τί δήποτε τῶν θεάτρων ἂν ἄχυρα τῆσ ὀρχήστρασ κατασκεδάσῃσ ἢ χοῦν, ὁ λαὸσ τυφλοῦται· (Plutarch, Non posse suaviter vivi secundum Epicurum, section 13 12:1)
(플루타르코스, Non posse suaviter vivi secundum Epicurum, section 13 12:1)
- "καὶ τῇ τῶν αὐλῶν πολυφωνίᾳ κατακολουθήσασ πλείοσί τε φθόγγοισ καὶ διερριμμένοισ χρησάμενοσ εἰσ μετάθεσιν τὴν προϋπάρχουσαν ἤγαγε μουσικήν. (Pseudo-Plutarch, De musica, section 296)
(위 플루타르코스, De musica, section 296)
- "ἀναγκαῖον γάρ ἐστιν ὑπάρχειν τῇ κριτικῇ δυνάμει συνέχειαν τὸ γὰρ εὖ καὶ τὸ ἐναντίωσ οὐκ ἐν ἀφωρισμένοισ τοῖσδέ τισι γίγνεται φθόγγοισ ἢ χρόνοισ ἢ γράμμασιν, ἀλλ’ ἐν συνεχέσιν ἐπειδὴ μῖξίσ τισ ἔστι κατὰ τὴν, χρῆσιν τῶν ἀσυνθέτων μερῶν. (Pseudo-Plutarch, De musica, section 356)
(위 플루타르코스, De musica, section 356)
유의어
-
a sound or voice
- φθέγμα (목소리, 소리, 태)
- ἡδυφωνία (sweetness of voice or sound)
- γήρυμα (소리, 목소리, 음)
- ἐνοπή (목소리, 소리)
- ὄψ (목소리, 소리)
- ὄσσα (목소리, 소리)
- ἦχος (목소리, 소리)
- τριοτό (소리, 음)
- ἤχημα (소리, 음, 소음)
- φωνή (소리, 음)
- ἐνοπή (소리, 음)
- ὑγίεια (건전, 타당)