Ancient Greek-English Dictionary Language

εὐμορφία

First declension Noun; Feminine 자동번역 Transliteration:

Principal Part: εὐμορφία

Structure: εὐμορφι (Stem) + ᾱ (Ending)

Etym.: from eu)/morfos

Sense

  1. beauty of form, symmetry, symmetry

Declension

First declension

The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.

Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.

Examples

  • κατελεήσατε οὖν ἑαυτούσ, οὓσ καὶ ὁ πολέμιοσ ἔγωγε καὶ τῆσ ἡλικίασ καὶ τῆσ εὐμορφίασ οἰκτείρομαι. (Septuagint, Liber Maccabees IV 8:10)
  • ὅτε δὴ καὶ θαυμασιώτεροσ φαίνεται πρὸσ τὴν αὐγὴν ἀλλαττομένων αὐτῷ τῶν χρωμάτων καὶ μεταβαινόντων ἠρέμα καὶ πρὸσ ἕτερον εὐμορφίασ εἶδοσ τρεπομένων. (Lucian, De Domo, (no name) 11:3)
  • τοῦτο δέ μοι δοκεῖ λογισάμενοσ καὶ ὁ τοῦ Ὁμήρου ῥήτωρ ἐκεῖνοσ εὐμορφίασ ἐλάχιστον φροντίσαι, μᾶλλον δὲ καὶ παντελῶσ ἀΐδρει φωτὶ ἑαυτὸν ἀπεικάσαι, ἵνα αὐτῷ παραδοξότερον φαίνηται τῶν λόγων τὸ κάλλοσ ἐκ τῆσ πρὸσ τὸ ἀμορφότερον ἐξετάσεωσ. (Lucian, De Domo, (no name) 17:4)
  • ^ κάλλουσ δὲ προνοῶν καὶ τῆσ ἐν τοῖσ αἰσθήσεσιν εὐμορφίασ, τί ἄλλο ἢ τὸ τοῦ Ἀριστοτέλουσ ἐπαληθεύει, τὸ κάλλοσ ἐπαινοῦντοσ καὶ μέροσ τρίτον ἡγουμένου τἀγαθοῦ καὶ τοῦτο εἶναι ; (Lucian, De saltatione, (no name) 70:3)
  • εἰ γοῦν τινα ἑλοίμεθα δικαστὴν εὐμορφίασ πέρι, οὐκ ἔχω εἰπεῖν, τίνοσ ἕνεκα τὸ σὸν κρανίον προτιμηθείη ἂν τοῦ ἐμοῦ· (Lucian, Dialogi mortuorum, 3:4)

Related

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION