- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἔκλυτος?

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: eklytos 고전 발음: [뤼또] 신약 발음: [뤼또]

기본형: ἔκλυτος ἔκλυτον

형태분석: ἐκλυτ (어간) + ος (어미)

어원: ἐκλύω

  1. 가벼운, 밝은, 쉽게 움직이는
  1. easy to let go, light, buoyant
  2. remissly

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 ἔκλυτος

가벼운 (이)가

ἔκλυτον

가벼운 (것)가

속격 ἐκλύτου

가벼운 (이)의

ἐκλύτου

가벼운 (것)의

여격 ἐκλύτῳ

가벼운 (이)에게

ἐκλύτῳ

가벼운 (것)에게

대격 ἔκλυτον

가벼운 (이)를

ἔκλυτον

가벼운 (것)를

호격 ἔκλυτε

가벼운 (이)야

ἔκλυτον

가벼운 (것)야

쌍수주/대/호 ἐκλύτω

가벼운 (이)들이

ἐκλύτω

가벼운 (것)들이

속/여 ἐκλύτοιν

가벼운 (이)들의

ἐκλύτοιν

가벼운 (것)들의

복수주격 ἔκλυτοι

가벼운 (이)들이

ἔκλυτα

가벼운 (것)들이

속격 ἐκλύτων

가벼운 (이)들의

ἐκλύτων

가벼운 (것)들의

여격 ἐκλύτοις

가벼운 (이)들에게

ἐκλύτοις

가벼운 (것)들에게

대격 ἐκλύτους

가벼운 (이)들을

ἔκλυτα

가벼운 (것)들을

호격 ἔκλυτοι

가벼운 (이)들아

ἔκλυτα

가벼운 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • πᾶς ^ δὲ ὁ τόνος τοῦ φθέγματος οἱο῀ς ἁπαλώτατος, οὔτε βαρὺς ὡς εἰς τὸ ἀνδρεῖον ἡρμόσθαι οὔτε πάνυ λεπτὸς ὡς θηλύτατός τε εἶναι καὶ κομιδῇ ἔκλυτος, ἀλλ οἱο῀ς γένοιτ ἂν παιδὶ μήπω ἡβάσκοντι, ἡδὺς καὶ προσηνὴς καὶ πράως παραδυόμενος εἰς τὴν ἀκοήν, ὡς καὶ παυσαμένης ἔναυλον εἶναι τὴν βοὴν καί τι λείψανον ἐνδιατρίβειν καὶ περιβομβεῖν τὰ ὦτα, καθάπερ ἠχώ τινα παρατείνουσαν τὴν ἀκρόασιν καὶ ἴχνη τῶν λόγων μελιχρὰ ἄττα καὶ πειθοῦς μεστὰ ἐπὶ τῆς ψυχῆς ἀπολιμπάνουσαν. (Lucian, Imagines, (no name) 13:3)

    (루키아노스, Imagines, (no name) 13:3)

  • διὸ οὐχ ὁμοίως τοῖς ὠμοῖς ἐστι δύσπεπτα, καὶ τὰς ὑγρότητας ἐν αὐτοῖς ἔχει κατεξηραμμένας δι ὧν ἔκλυτος ἡ κοιλία γίνεται, τροφήν τε δίδωσιν ὑγράν τε καὶ δύσπεπτον ἅπαν ὄστρεον καὶ πρὸς τὰς οὐρήσεις ἐστὶν οὐκ εὐόδα. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 3, book 3, chapter 43 1:5)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 3, book 3, chapter 43 1:5)

  • ὁ δὲλουσάμενος ὑπὸ τῶν Κωκάλου θυγατέρων ἔκλυτος ἐγένετο: (Apollodorus, Library and Epitome, book E, chapter 1 24:4)

    (아폴로도로스, Library and Epitome, book E, chapter 1 24:4)

  • μελέεσσι πέπλησαι, ἔκλυτος ὑπναλέῳ γυῖα κέκμηκα κόπῳ. (Unknown, Greek Anthology, book 5, chapter 474)

    (작자 미상, Greek Anthology, book 5, chapter 474)

  • τῇ δὲ χερῶν πενταφυεῖς ὄνυχες, πλευρά τε σαρκολιπῆ, ταρσοὶ δ ἑτέρωθεν ἄμοιροι νεύρων, καὶ κώλων ἔκλυτος ἁρμονίη. (Unknown, Greek Anthology, Volume II, book 7, chapter 3832)

    (작자 미상, Greek Anthology, Volume II, book 7, chapter 3832)

유의어

  1. 가벼운

관련어

명사

형용사

동사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION