헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἔκλυτος

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἔκλυτος ἔκλυτον

형태분석: ἐκλυτ (어간) + ος (어미)

어원: e)klu/w

  1. 가벼운, 밝은, 쉽게 움직이는
  1. easy to let go, light, buoyant
  2. remissly

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 έ̓κλυτος

가벼운 (이)가

έ̓κλυτον

가벼운 (것)가

속격 ἐκλύτου

가벼운 (이)의

ἐκλύτου

가벼운 (것)의

여격 ἐκλύτῳ

가벼운 (이)에게

ἐκλύτῳ

가벼운 (것)에게

대격 έ̓κλυτον

가벼운 (이)를

έ̓κλυτον

가벼운 (것)를

호격 έ̓κλυτε

가벼운 (이)야

έ̓κλυτον

가벼운 (것)야

쌍수주/대/호 ἐκλύτω

가벼운 (이)들이

ἐκλύτω

가벼운 (것)들이

속/여 ἐκλύτοιν

가벼운 (이)들의

ἐκλύτοιν

가벼운 (것)들의

복수주격 έ̓κλυτοι

가벼운 (이)들이

έ̓κλυτα

가벼운 (것)들이

속격 ἐκλύτων

가벼운 (이)들의

ἐκλύτων

가벼운 (것)들의

여격 ἐκλύτοις

가벼운 (이)들에게

ἐκλύτοις

가벼운 (것)들에게

대격 ἐκλύτους

가벼운 (이)들을

έ̓κλυτα

가벼운 (것)들을

호격 έ̓κλυτοι

가벼운 (이)들아

έ̓κλυτα

가벼운 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὦ χεῖρεσ, ὡσ εἰκοὺσ μὲν ἡδείασ πατρὸσ κέκτησθ’, ἐν ἄρθροισ δ’ ἔκλυτοι πρόκεισθέ μοι. (Euripides, The Trojan Women, episode, anapests 3:5)

    (에우리피데스, The Trojan Women, episode, anapests 3:5)

  • ἔκλυτοι, καυσώδεεσ τὸ σύμπαν, πόνοσ ξυνεχὴσ τῆσ κοιλίησ. (Aretaeus, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., , 67)

    (아레타이오스, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., , 67)

  • Πῦρ μὲν πάντη καὶ δριμὺ καὶ λεπτὸν, μάλιστα δὲ τὰ εἴσω· ἀναπνοὴ θερμὴ, ὡσ ἐκ πυρὸσ, ἠέροσ ὁλκὴ μεγάλη, ψυχροῦ ἐπιθυμίη, γλώσσησ ξηρότησ, αὐασμὸσ χειλέων καὶ δέρματοσ, ἄκρεα ψυχρὰ, οὖρα χολόβαφα κατακορέωσ , ἀγρυπνίη, σφυγμοὶ πυκνοὶ, σμικροὶ, ἔκλυτοι · ὀφθαλμοὶ εὐαγέεσ, λαμπροὶ , ὑπέρυθροι· προσώπου εὐχροίη. (Aretaeus, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., , 111)

    (아레타이오스, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., , 111)

  • μετεξέτεροι ἐν περιόδοισι οὐρέουσι αἷμα· τοῖσι ἀπὸ αἱμορροί̈δων ἰκέλη ἥδε ἡ ξυμφορή · ὁμοίη δὲ καὶ ἡ τοῦ σκήνεοσ κατάστασισ, ἔξωχροι, νωθροὶ, ἄπρηκτοι, ἀπόσιτοι, ἄπεπτοι · κἢν μὲν ἐκκριθῇ, ἔκλυτοι, πάρετοι τὰ μέλεα· κεφαλὴν δὲ κοῦφοι καὶ ἐλαφρότεροι· ἢν δὲ ἐσ τὴν περίοδον μηδὲν ἐκρυῇ, κεφαλαλγέεσ, ἀμαυροὶ τὰσ ὄψιασ, σκοτώδεεσ, ἀμφιδινεύμενοι· ἐντεῦθεν ἐπίληπτοι μυρίοι· ἄλλοι οἰδαλέοι, ἀπαχλυούμενοι, ὑδρωπιώδεεσ· ἄλλοι δὲ μελαγχολώδεεσ ἢ παράλυτοι. (Aretaeus, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., , 98)

    (아레타이오스, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., , 98)

  • ἐπὴν δὲ καὶ χολὴ ᾖ πικροχόλοισι, σκοτώδεεσ, ἄδιψοι κἢν ἐπ’ ἐδέσμασι διψῆν δοκέωσι, ἄγρυπνοι, νωθροὶ, νυσταλέοι, οὐχ ὕπνῳ ἀτρεκέϊ · κωματώδεσι δ’ ὁμοιοπαθέεσ, ἰσχνοὶ, ἔξωχροι, ἀσθενέεσ, ἔκλυτοι, λειποδρανέεσ, ἄψυχοι, δειλοὶ, ἡσύχιοι · ἐξαπίνησ δὲ ὀργίλοι · κάρτα μελαγχολώδεεσ. (Aretaeus, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., , 148)

    (아레타이오스, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., , 148)

유의어

  1. 가벼운

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION