- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἐκλογισμός?

2군 변화 명사; 남성 자동번역 로마알파벳 전사: eklogismos 고전 발음: [로기] 신약 발음: [로기]

기본형: ἐκλογισμός

  1. 계산, 산술, 셈
  1. a computation, calculation

예문

  • ἔστι δὴ τὸ βούλημά μου τῆς πραγματείας οὐ καταδρομὴ τῆς Θουκυδίδου προαιρέσεώς τε καὶ δυνάμεως, οὐδ ἐκλογισμὸς τῶν ἁμαρτημάτων οὐδ ἐξευτελισμὸς οὐδ ἄλλο τι τοιοῦτον ἔργον οὐδέν, ἐν ᾧ τὰ μὲν κατορθώματα καὶ τὰς ἀρετὰς οὐδενὸς ἠξίωκα λόγου, τοῖς δὲ μὴ κατὰ τὸ κράτιστον εἰρημένοις ἐπιφύομαι: (Dionysius of Halicarnassus, , chapter 31)

    (디오니시오스, , chapter 31)

  • ἐκλογισμὸς δέ τις τοῦ χαρακτῆρος τῶν λόγων, ἅπαντα περιειληφώς, ὅσα συμβέβηκεν αὐτῷ κοινά τε πρὸς ἑτέρους καὶ διαφέροντα παρὰ τοὺς ἄλλους. (Dionysius of Halicarnassus, , chapter 32)

    (디오니시오스, , chapter 32)

유의어

  1. 계산

관련어

명사

형용사

동사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION