ἐφέτης
1군 변화 명사; 남성
자동번역
로마알파벳 전사:
고전 발음: []
신약 발음: []
기본형:
ἐφέτης
ἐφέτου
형태분석:
ἐφετ
(어간)
+
ης
(어미)
뜻
- 지휘관, 사령관
- a commander
- the Ephetae
곡용 정보
1군 변화
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- ἐὰν δέ τισ τὸν ἀνδροφόνον κτείνῃ ἢ αἴτιοσ ᾖ φόνου, ἀπεχόμενον ἀγορᾶσ ἐφορίασ καὶ ἄθλων καὶ ἱερῶν Ἀμφικτυονικῶν, ὥσπερ τὸν Ἀθηναῖον κτείναντα, ἐν τοῖσ αὐτοῖσ ἐνέχεσθαι, διαγιγνώσκειν δὲ τοὺσ ἐφέτασ. (Demosthenes, Speeches 21-30, 48:1)
(데모스테네스, Speeches 21-30, 48:1)
- ἐάν τισ ἀποκτείνῃ τὸν ἀνδροφόνον φησὶν ἢ αἴτιοσ ᾖ φόνου, ἀπεχόμενον ἀγορᾶσ ἐφορίασ καὶ ἄθλων καὶ ἱερῶν Ἀμφικτυονικῶν, ὥσπερ τὸν Ἀθηναῖον κτείναντα, ἐν τοῖσ αὐτοῖσ ἐνέχεσθαι, διαγιγνώσκειν δὲ τοὺσ ἐφέτασ. (Demosthenes, Speeches 21-30, 50:1)
(데모스테네스, Speeches 21-30, 50:1)
유의어
-
지휘관
- ἐπιτακτήρ (지휘관, 사령관)
- ἁρμόστωρ (지휘관, 사령관)
- πεντακοσιάρχης (지휘관, 사령관)
- ἡγητήρ (지휘관, 사령관)
- διάταξις (명령, 지시)
- διλοχῑ́της ( a commander of a δῐλοχίᾱ )
- ἥγησις (명령, 지시)
- ταγοῦχος (holding command)
- κελευσμός (명령, 지시, 칙령)
- ἐπίταξις (명령, 지시, 칙령)
- μυριάρχης (지휘관, 사령관, 남녀노소)
- στρατοφύλαξ (a commanding officer)
- ταγός (지휘관, 사령관, 장)
- συστράτηγος (a joint-commander)
- ὀπισθοφυλακία (the command of the rear)
- δεκάδαρχος (a commander of ten)
- δίοπος (통치자, 지휘관, 사령관)
- διακέλευμα (명령, 지시, 칙령)
- ἱππαρμοστής (a commander of cavalry)
- ἀγγελίᾱ (명령, 지시, 교수)
- πρόσταγμα (명령, 지시, 조례)
- πρόσταξις (명령, 지시, 조례)
- ἐντολή (조례, 법령, 결정)
- πειθαρχία (obedience to command)
- στρατοπεδάρχης (a military commander)
- τριηραρχία (the command of a trireme)