고전 발음: [] 신약 발음: []
Principal Part: διανοητικός διανοητική διανοητικόν
Structure: διανοητικ (Stem) + ος (Ending)
| Masculine | Feminine | Neuter | ||
|---|---|---|---|---|
| Singular | Nominative | διανοητικός | διανοητική | διανοητικόν |
| Genitive | διανοητικοῦ | διανοητικῆς | διανοητικοῦ | |
| Dative | διανοητικῷ | διανοητικῇ | διανοητικῷ | |
| Accusative | διανοητικόν | διανοητικήν | διανοητικόν | |
| Vocative | διανοητικέ | διανοητική | διανοητικόν | |
| Dual | N/A/V | διανοητικώ | διανοητικᾱ́ | διανοητικώ |
| G/D | διανοητικοῖν | διανοητικαῖν | διανοητικοῖν | |
| Plural | Nominative | διανοητικοί | διανοητικαί | διανοητικά |
| Genitive | διανοητικῶν | διανοητικῶν | διανοητικῶν | |
| Dative | διανοητικοῖς | διανοητικαῖς | διανοητικοῖς | |
| Accusative | διανοητικούς | διανοητικᾱ́ς | διανοητικά | |
| Vocative | διανοητικοί | διανοητικαί | διανοητικά | |
| Positive | Comparative | Superlative | |
|---|---|---|---|
| Adjective | διανοητικός διανοητικοῦ | διανοητικότερος διανοητικοτεροῦ | διανοητικότατος διανοητικοτατοῦ |
| Adverb | διανοητικώς | διανοητικότερον | διανοητικότατα |
The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.
Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.
Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.
Find this word at Perseus Greek Word Study Tool고전 발음: [] 신약 발음: []

이 저작물은 크리에이티브 커먼즈 저작자표시-비영리 4.0 국제 라이선스에 따라 이용할 수 있습니다.
bab2min@gmail.com
호흡부호 보기
강세부호 보기
장단부호 보기
작은 Iota 보기
모든 부호 보기