Ancient Greek-English Dictionary Language

δαφοινός

First/Second declension Adjective; 자동번역 Transliteration:

Principal Part: δαφοινός

Structure: δαφοιν (Stem) + ος (Ending)

Sense

  1. blood-red, tawny, red
  2. savage, cruel

Examples

  • Διὸσ δέ τοί πτηνὸσ κύων, δαφοινὸσ αἰετόσ, λάβρωσ διαρταμήσει σώματοσ μέγα ῥάκοσ, ἄκλητοσ ἑρ́πων δαιταλεὺσ πανήμεροσ, κελαινόβρωτον δ’ ἧπαρ ἐκθοινήσεται. (Aeschylus, Prometheus Bound, episode 3:9)
  • μνᾶμα τόδε φθιμένου μενεδαϊού εἵσατο Δᾶμισ ἵππου, ἐπεὶ στέρνον τοῦδε δαφοινὸσ Ἄρησ τύψε· (Unknown, Greek Anthology, Volume II, book 7, chapter 2081)
  • δράκων ἐπὶ νῶτα δαφοινὸσ σμερδαλέοσ, τόν ῥ’ αὐτὸσ Ὀλύμπιοσ ἧκε φόωσ δέ, βωμοῦ ὑπαί̈ξασ πρόσ ῥα πλατάνιστον ὄρουσεν. (Homer, Iliad, Book 2 27:4)

Synonyms

  1. blood-red

  2. savage

Related

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION