헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ξενοδόκος

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ξενοδόκος ξενοδόκη ξενοδόκον

형태분석: ξενοδοκ (어간) + ος (어미)

어원: de/xomai

  1. one who receives strangers, a host

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 ξενοδόκος

(이)가

ξενοδό́κη

(이)가

ξενοδόκον

(것)가

속격 ξενοδόκου

(이)의

ξενοδό́κης

(이)의

ξενοδόκου

(것)의

여격 ξενοδόκῳ

(이)에게

ξενοδό́κῃ

(이)에게

ξενοδόκῳ

(것)에게

대격 ξενοδόκον

(이)를

ξενοδό́κην

(이)를

ξενοδόκον

(것)를

호격 ξενοδόκε

(이)야

ξενοδό́κη

(이)야

ξενοδόκον

(것)야

쌍수주/대/호 ξενοδόκω

(이)들이

ξενοδό́κᾱ

(이)들이

ξενοδόκω

(것)들이

속/여 ξενοδόκοιν

(이)들의

ξενοδό́καιν

(이)들의

ξενοδόκοιν

(것)들의

복수주격 ξενοδόκοι

(이)들이

ξενοδό́και

(이)들이

ξενοδόκα

(것)들이

속격 ξενοδόκων

(이)들의

ξενοδόκῶν

(이)들의

ξενοδόκων

(것)들의

여격 ξενοδόκοις

(이)들에게

ξενοδό́καις

(이)들에게

ξενοδόκοις

(것)들에게

대격 ξενοδόκους

(이)들을

ξενοδό́κᾱς

(이)들을

ξενοδόκα

(것)들을

호격 ξενοδόκοι

(이)들아

ξενοδό́και

(이)들아

ξενοδόκα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • τὴν μὲν οὖν τιμὴν κομισθεῖσαν Εὔρυτοσ οὐ προσεδέξατο, Ἡρακλῆσ δὲ Ὀμφάλῃ δουλεύων τοὺσ μὲν περὶ τὴν Ἔφεσον Κέρκωπασ συλλαβὼν ἔδησε, Συλέα δὲ ἐν Αὐλίδι τοὺσ παριόντασ ξένουσ σκάπτειν ἀναγκάζοντα, σὺν ταῖσ ῥίζαισ τὰσ ἀμπέλουσ καύσασ μετὰ τῆσ θυγατρὸσ Ξενοδόκησ ἀπέκτεινε. (Apollodorus, Library and Epitome, book 2, chapter 6 3:3)

    (아폴로도로스, Library and Epitome, book 2, chapter 6 3:3)

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION