헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

βιωτικός

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: βιωτικός

형태분석: βιωτικ (어간) + ος (어미)

어원: bio/w

  1. of or pertaining to life

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 βιωτικός

(이)가

βιωτική

(이)가

βιώτικον

(것)가

속격 βιωτικοῦ

(이)의

βιωτικῆς

(이)의

βιωτίκου

(것)의

여격 βιωτικῷ

(이)에게

βιωτικῇ

(이)에게

βιωτίκῳ

(것)에게

대격 βιωτικόν

(이)를

βιωτικήν

(이)를

βιώτικον

(것)를

호격 βιωτικέ

(이)야

βιωτική

(이)야

βιώτικον

(것)야

쌍수주/대/호 βιωτικώ

(이)들이

βιωτικᾱ́

(이)들이

βιωτίκω

(것)들이

속/여 βιωτικοῖν

(이)들의

βιωτικαῖν

(이)들의

βιωτίκοιν

(것)들의

복수주격 βιωτικοί

(이)들이

βιωτικαί

(이)들이

βιώτικα

(것)들이

속격 βιωτικῶν

(이)들의

βιωτικῶν

(이)들의

βιωτίκων

(것)들의

여격 βιωτικοῖς

(이)들에게

βιωτικαῖς

(이)들에게

βιωτίκοις

(것)들에게

대격 βιωτικούς

(이)들을

βιωτικᾱ́ς

(이)들을

βιώτικα

(것)들을

호격 βιωτικοί

(이)들아

βιωτικαί

(이)들아

βιώτικα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • "ὡσ γὰρ ἐπὶ τὰσ χρείασ οὐ πάντασ ἀλλὰ τοὺσ ἁρμόττοντασ ἑκάστῃ παρακαλοῦμεν, βουλευόμενοι μὲν τοὺσ φρονίμουσ δικαζόμενοι δὲ τοὺσ λέγοντασ, ἀποδημοῦντεσ δὲ τοὺσ ἐλαφροὺσ μάλιστα τοῖσ βιωτικοῖσ καὶ σχολὴν ἄγοντασ· (Plutarch, Quaestiones Convivales, book 5, 7:14)

    (플루타르코스, Quaestiones Convivales, book 5, 7:14)

유의어

  1. of or pertaining to life

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION