헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἄτεγκτος

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἄτεγκτος ἄτεγκτη ἄτεγκτον

형태분석: ἀ (접두사) + τεγκτ (어간) + ος (어미)

어원: te/ggw

  1. 몹시 엄격한, 냉혹한, 가혹한, 사정없는
  1. not to be wetted, not to be softened, relentless

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 ά̓τεγκτος

몹시 엄격한 (이)가

ἄτέγκτη

몹시 엄격한 (이)가

ά̓τεγκτον

몹시 엄격한 (것)가

속격 ἀτέγκτου

몹시 엄격한 (이)의

ἄτέγκτης

몹시 엄격한 (이)의

ἀτέγκτου

몹시 엄격한 (것)의

여격 ἀτέγκτῳ

몹시 엄격한 (이)에게

ἄτέγκτῃ

몹시 엄격한 (이)에게

ἀτέγκτῳ

몹시 엄격한 (것)에게

대격 ά̓τεγκτον

몹시 엄격한 (이)를

ἄτέγκτην

몹시 엄격한 (이)를

ά̓τεγκτον

몹시 엄격한 (것)를

호격 ά̓τεγκτε

몹시 엄격한 (이)야

ἄτέγκτη

몹시 엄격한 (이)야

ά̓τεγκτον

몹시 엄격한 (것)야

쌍수주/대/호 ἀτέγκτω

몹시 엄격한 (이)들이

ἄτέγκτᾱ

몹시 엄격한 (이)들이

ἀτέγκτω

몹시 엄격한 (것)들이

속/여 ἀτέγκτοιν

몹시 엄격한 (이)들의

ἄτέγκταιν

몹시 엄격한 (이)들의

ἀτέγκτοιν

몹시 엄격한 (것)들의

복수주격 ά̓τεγκτοι

몹시 엄격한 (이)들이

ά̓́τεγκται

몹시 엄격한 (이)들이

ά̓τεγκτα

몹시 엄격한 (것)들이

속격 ἀτέγκτων

몹시 엄격한 (이)들의

ἄτεγκτῶν

몹시 엄격한 (이)들의

ἀτέγκτων

몹시 엄격한 (것)들의

여격 ἀτέγκτοις

몹시 엄격한 (이)들에게

ἄτέγκταις

몹시 엄격한 (이)들에게

ἀτέγκτοις

몹시 엄격한 (것)들에게

대격 ἀτέγκτους

몹시 엄격한 (이)들을

ἄτέγκτᾱς

몹시 엄격한 (이)들을

ά̓τεγκτα

몹시 엄격한 (것)들을

호격 ά̓τεγκτοι

몹시 엄격한 (이)들아

ά̓́τεγκται

몹시 엄격한 (이)들아

ά̓τεγκτα

몹시 엄격한 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἀλλ’ εἶ’, ἄτεγκτον συλλαβοῦσα καρδίαν, Νυκτὸσ κελαινῆσ ἀνυμέναιε παρθένε, μανίασ τ’ ἐπ’ ἀνδρὶ τῷδε καὶ παιδοκτόνουσ φρενῶν ταραγμοὺσ καὶ ποδῶν σκιρτήματα ἔλαυνε, κίνει, φόνιον ἐξίει κάλων, ὡσ ἂν πορεύσασ δι’ Ἀχερούσιον πόρον τὸν καλλίπαιδα στέφανον αὐθέντῃ φόνῳ γνῷ μὲν τὸν Ἥρασ οἱο͂́σ ἐστ’ αὐτῷ χόλοσ, μάθῃ δὲ τὸν ἐμόν· (Euripides, Heracles, episode 1:5)

    (에우리피데스, Heracles, episode 1:5)

  • ταῖσ δὲ καθ’ ἡμέραν ἐν τῷ συσχολάζειν καὶ συνδιαιτᾶσθαι χάρισιν οὐδὲν ἦν ἄτεγκτον ἦθοσ οὐδὲ φύσισ ἀνάλωτοσ, ἀλλὰ καὶ δεδιόσι καὶ φθονοῦσιν ὅμωσ τὸ συγγενέσθαι καὶ προσιδεῖν ἐκεῖνον ἡδονήν τινα καὶ φιλοφροσύνην παρεῖχε. (Plutarch, , chapter 24 4:2)

    (플루타르코스, , chapter 24 4:2)

  • καὶ τῆσ ἡμερότητοσ, οἷσ ὑποδέδυκε καὶ προσπλέκεται κολακεύουσα τὸν εὐδυσώπητον ὡσ φιλάνθρωπον καὶ πολιτικὸν καὶ κοινὸν ἔχοντα νοῦν καὶ οὐκ ἄτεγκτον οὐδ’ αὐθέκαστον. (Plutarch, De vitioso pudore, section 2 9:1)

    (플루타르코스, De vitioso pudore, section 2 9:1)

  • τούτων τῶν δεήσεων οὐ παντελῶσ ἄτεγκτον οὐδ’ ἀτενῆ λέγουσιν ἀκροᾶσθαι τὸν Ὀκτάβιον, ἀλλὰ καὶ δακρύων ὑποπίμπλασθαι τὰ ὄμματα καὶ σιωπᾶν ἐπὶ πολὺν χρόνον, ὡσ μέντοι πρὸσ τοὺσ πλουσίουσ καὶ τοὺσ κτηματικοὺσ συνεστῶτασ ἀπέβλεψεν, αἰδεσθεὶσ δοκεῖ καὶ φοβηθεὶσ τὴν παρ’ ἐκείνοισ ἀδοξίαν ὑποστῆναι πᾶν δεινὸν οὐκ ἀγεννῶσ καὶ κελεῦσαι πράττειν ὃ βούλεται τὸν Τιβέριον, οὕτω δὴ τοῦ νόμου κυρωθέντοσ ὁ μὲν Τιβέριοσ τῶν ἀπελευθέρων τινὶ προσέταξεν ἀπὸ τοῦ βήματοσ ἑλκύσαι τὸν Ὀκτάβιον· (Plutarch, Tiberius Gracchus, chapter 12 3:1)

    (플루타르코스, Tiberius Gracchus, chapter 12 3:1)

  • τὸν ἄτεγκτον ὅτ’ ἐν κόλποισιν Ἔρωτα ἔτρεφεσ, οὐκ ᾔδεισ ὡσ ἐπὶ σοὶ τρέφετο; (Unknown, Greek Anthology, Volume IV, book 12, chapter 132a2)

    (작자 미상, Greek Anthology, Volume IV, book 12, chapter 132a2)

유의어

  1. 몹시 엄격한

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION