헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἀόριστος

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἀόριστος

형태분석: ἀοριστ (어간) + ος (어미)

어원: o(ri/zw

  1. indefinite

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 ἀόριστος

(이)가

ἀόριστον

(것)가

속격 ἀορίστου

(이)의

ἀορίστου

(것)의

여격 ἀορίστῳ

(이)에게

ἀορίστῳ

(것)에게

대격 ἀόριστον

(이)를

ἀόριστον

(것)를

호격 ἀόριστε

(이)야

ἀόριστον

(것)야

쌍수주/대/호 ἀορίστω

(이)들이

ἀορίστω

(것)들이

속/여 ἀορίστοιν

(이)들의

ἀορίστοιν

(것)들의

복수주격 ἀόριστοι

(이)들이

ἀόριστα

(것)들이

속격 ἀορίστων

(이)들의

ἀορίστων

(것)들의

여격 ἀορίστοις

(이)들에게

ἀορίστοις

(것)들에게

대격 ἀορίστους

(이)들을

ἀόριστα

(것)들을

호격 ἀόριστοι

(이)들아

ἀόριστα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • κατὰ μὲν γνώμην οὕτωσ, ὅταν ἀόριστά τισ προσλαμβάνῃ τοῖσ ὡρισμένοισ, οἱο͂ν πολλαχόθεν μὲν οὖν ἄν τισ ἴδοι τὴν ἀγνωμοσύνην αὐτοῦ καὶ τὴν βασκανίαν, τοῦτό ἐστι τὸ ἔξωθεν προσλαμβανόμενον ἀόριστον, νῦν τὸ ὡρισμένον οὐχ ἥκιστα δὲ ἀφ’ ὧν περὶ τῆσ τύχησ διελέχθη. (Aristides, Aelius, Ars Rhetorica, , 2:2)

    (아리스티데스, 아일리오스, Ars Rhetorica, , 2:2)

  • ὥστ’ ἐπειδὴ καὶ πάντεσ οὕτω φαίνονται ἀποδεικνύντεσ, ἐάν τε ἀκριβέστερον ἐάν τε μαλακώτερον συλλογίζωνται οὐ γὰρ ἐξ ἁπάντων λαμβάνουσιν ἀλλ’ ἐκ τῶν περὶ ἕκαστον ὑπαρχόντων, καὶ διὰ τοῦ λόγου δῆλον ὅτι ἀδύνατον ἄλλωσ δεικνύναι, φανερὸν ὅτι ἀναγκαῖον, ὥσπερ ἐν τοῖσ Τοπικοῖσ, πρῶτον περὶ ἕκαστον ἔχειν ἐξειλεγμένα περὶ τῶν ἐνδεχομένων καὶ τῶν ἐπικαιροτάτων, περὶ δὲ τῶν ἐξ ὑπογυίου γιγνομένων ζητεῖν τὸν αὐτὸν τρόπον, ἀποβλέποντα μὴ εἰσ ἀόριστα ἀλλ’ εἰσ τὰ ὑπάρχοντα περὶ ὧν ὁ λόγοσ, καὶ περιγράφοντα ὅ τι πλεῖστα καὶ ἐγγύτατα τοῦ πράγματοσ· (Aristotle, Rhetoric, Book 2, chapter 22 10:1)

    (아리스토텔레스, 수사학, Book 2, chapter 22 10:1)

  • ἄμφω γὰρ ἀόριστα. (Aristotle, Metaphysics, Book 9 79:1)

    (아리스토텔레스, 형이상학, Book 9 79:1)

  • τὰ δ’ αἴτια ἀόριστα ἀφ’ ὧν ἂν γένοιτο τὰ ἀπὸ τύχησ, διὸ ἄδηλοσ ἀνθρωπίνῳ λογισμῷ καὶ αἴτιον κατὰ συμβεβηκόσ, ἁπλῶσ δ’ οὐδενόσ. (Aristotle, Metaphysics, Book 11 129:3)

    (아리스토텔레스, 형이상학, Book 11 129:3)

  • οἱ μὲν γὰρ ἄλλοι ἀλαζόνεσ, ὅταν τι ψεύδωνται, ἀόριστα καὶ ἀσαφῆ πειρῶνται λέγειν, φοβούμενοι τὸν ἔλεγχον· (Aeschines, Speeches, , section 991)

    (아이스키네스, 연설, , section 991)

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION