헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἀνταποδίδωμι

-μι 무어간모음 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἀνταποδίδωμι ἀνταποδώσω ἀνταπέδοτον ἀνταποδέδωκα ἀνταποδέδομαι ἀνταπεδόθην

형태분석: ἀντ (접두사) + ἀπο (접두사) + δίδο̄ (어간) + μι (인칭어미)

  1. 갚다, 되돌려주다, 돌려주다, 포기하다
  1. I give back, requite, repay
  2. (figuratively)

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἀνταποδῖδωμι

(나는) 갚는다

ἀνταποδῖδως

(너는) 갚는다

ἀνταποδῖδωσιν*

(그는) 갚는다

쌍수 ἀνταποδίδοτον

(너희 둘은) 갚는다

ἀνταποδίδοτον

(그 둘은) 갚는다

복수 ἀνταποδίδομεν

(우리는) 갚는다

ἀνταποδίδοτε

(너희는) 갚는다

ἀνταποδιδόᾱσιν*

(그들은) 갚는다

접속법단수 ἀνταποδίδω

(나는) 갚자

ἀνταποδίδοις

(너는) 갚자

ἀνταποδίδοι

(그는) 갚자

쌍수 ἀνταποδίδωτον

(너희 둘은) 갚자

ἀνταποδίδωτον

(그 둘은) 갚자

복수 ἀνταποδίδωμεν

(우리는) 갚자

ἀνταποδίδωτε

(너희는) 갚자

ἀνταποδίδωσιν*

(그들은) 갚자

기원법단수 ἀνταποδιδοῖην

(나는) 갚기를 (바라다)

ἀνταποδιδοῖης

(너는) 갚기를 (바라다)

ἀνταποδιδοῖη

(그는) 갚기를 (바라다)

쌍수 ἀνταποδιδοῖητον

(너희 둘은) 갚기를 (바라다)

ἀνταποδιδοίητην

(그 둘은) 갚기를 (바라다)

복수 ἀνταποδιδοῖημεν

(우리는) 갚기를 (바라다)

ἀνταποδιδοῖητε

(너희는) 갚기를 (바라다)

ἀνταποδιδοῖησαν

(그들은) 갚기를 (바라다)

명령법단수 ἀνταποδῖδου

(너는) 갚아라

ἀνταποδιδότω

(그는) 갚아라

쌍수 ἀνταποδίδοτον

(너희 둘은) 갚아라

ἀνταποδιδότων

(그 둘은) 갚아라

복수 ἀνταποδίδοτε

(너희는) 갚아라

ἀνταποδιδόντων

(그들은) 갚아라

부정사 ἀνταποδιδόναι

갚는 것

분사 남성여성중성
ἀνταποδιδους

ἀνταποδιδοντος

ἀνταποδιδουσα

ἀνταποδιδουσης

ἀνταποδιδον

ἀνταποδιδοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἀνταποδίδομαι

(나는) 갚아진다

ἀνταποδίδοσαι

(너는) 갚아진다

ἀνταποδίδοται

(그는) 갚아진다

쌍수 ἀνταποδίδοσθον

(너희 둘은) 갚아진다

ἀνταποδίδοσθον

(그 둘은) 갚아진다

복수 ἀνταποδιδόμεθα

(우리는) 갚아진다

ἀνταποδίδοσθε

(너희는) 갚아진다

ἀνταποδίδονται

(그들은) 갚아진다

접속법단수 ἀνταποδίδωμαι

(나는) 갚아지자

ἀνταποδίδοι

(너는) 갚아지자

ἀνταποδίδωται

(그는) 갚아지자

쌍수 ἀνταποδίδωσθον

(너희 둘은) 갚아지자

ἀνταποδίδωσθον

(그 둘은) 갚아지자

복수 ἀνταποδιδώμεθα

(우리는) 갚아지자

ἀνταποδίδωσθε

(너희는) 갚아지자

ἀνταποδίδωνται

(그들은) 갚아지자

기원법단수 ἀνταποδιδοῖμην

(나는) 갚아지기를 (바라다)

ἀνταποδίδοιο

(너는) 갚아지기를 (바라다)

ἀνταποδίδοιτο

(그는) 갚아지기를 (바라다)

쌍수 ἀνταποδίδοισθον

(너희 둘은) 갚아지기를 (바라다)

ἀνταποδιδοῖσθην

(그 둘은) 갚아지기를 (바라다)

복수 ἀνταποδιδοῖμεθα

(우리는) 갚아지기를 (바라다)

ἀνταποδίδοισθε

(너희는) 갚아지기를 (바라다)

ἀνταποδίδοιντο

(그들은) 갚아지기를 (바라다)

명령법단수 ἀνταποδίδοσο

(너는) 갚아져라

ἀνταποδιδόσθω

(그는) 갚아져라

쌍수 ἀνταποδίδοσθον

(너희 둘은) 갚아져라

ἀνταποδιδόσθων

(그 둘은) 갚아져라

복수 ἀνταποδίδοσθε

(너희는) 갚아져라

ἀνταποδιδόσθων

(그들은) 갚아져라

부정사 ἀνταποδίδοσθαι

갚아지는 것

분사 남성여성중성
ἀνταποδιδομενος

ἀνταποδιδομενου

ἀνταποδιδομενη

ἀνταποδιδομενης

ἀνταποδιδομενον

ἀνταποδιδομενου

미래 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἀνταποδώσω

(나는) 갚겠다

ἀνταποδώσεις

(너는) 갚겠다

ἀνταποδώσει

(그는) 갚겠다

쌍수 ἀνταποδώσετον

(너희 둘은) 갚겠다

ἀνταποδώσετον

(그 둘은) 갚겠다

복수 ἀνταποδώσομεν

(우리는) 갚겠다

ἀνταποδώσετε

(너희는) 갚겠다

ἀνταποδώσουσιν*

(그들은) 갚겠다

기원법단수 ἀνταποδωσίημι

(나는) 갚겠기를 (바라다)

ἀνταποδωσίης

(너는) 갚겠기를 (바라다)

ἀνταποδωσίη

(그는) 갚겠기를 (바라다)

쌍수 ἀνταποδωσίητον

(너희 둘은) 갚겠기를 (바라다)

ἀνταποδωσιήτην

(그 둘은) 갚겠기를 (바라다)

복수 ἀνταποδωσίημεν

(우리는) 갚겠기를 (바라다)

ἀνταποδωσίητε

(너희는) 갚겠기를 (바라다)

ἀνταποδωσίησαν

(그들은) 갚겠기를 (바라다)

부정사 ἀνταποδώσειν

갚을 것

분사 남성여성중성
ἀνταποδωσων

ἀνταποδωσοντος

ἀνταποδωσουσα

ἀνταποδωσουσης

ἀνταποδωσον

ἀνταποδωσοντος

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἀνταποδώσομαι

(나는) 갚아지겠다

ἀνταποδώσει, ἀνταποδώσῃ

(너는) 갚아지겠다

ἀνταποδώσεται

(그는) 갚아지겠다

쌍수 ἀνταποδώσεσθον

(너희 둘은) 갚아지겠다

ἀνταποδώσεσθον

(그 둘은) 갚아지겠다

복수 ἀνταποδωσόμεθα

(우리는) 갚아지겠다

ἀνταποδώσεσθε

(너희는) 갚아지겠다

ἀνταποδώσονται

(그들은) 갚아지겠다

기원법단수 ἀνταποδωσοίμην

(나는) 갚아지겠기를 (바라다)

ἀνταποδώσοιο

(너는) 갚아지겠기를 (바라다)

ἀνταποδώσοιτο

(그는) 갚아지겠기를 (바라다)

쌍수 ἀνταποδώσοισθον

(너희 둘은) 갚아지겠기를 (바라다)

ἀνταποδωσοίσθην

(그 둘은) 갚아지겠기를 (바라다)

복수 ἀνταποδωσοίμεθα

(우리는) 갚아지겠기를 (바라다)

ἀνταποδώσοισθε

(너희는) 갚아지겠기를 (바라다)

ἀνταποδώσοιντο

(그들은) 갚아지겠기를 (바라다)

부정사 ἀνταποδώσεσθαι

갚아질 것

분사 남성여성중성
ἀνταποδωσομενος

ἀνταποδωσομενου

ἀνταποδωσομενη

ἀνταποδωσομενης

ἀνταποδωσομενον

ἀνταποδωσομενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἀνταπεδῖδων

(나는) 갚고 있었다

ἀνταπεδῖδως

(너는) 갚고 있었다

ἀνταπεδῖδων*

(그는) 갚고 있었다

쌍수 ἀνταπεδίδοτον

(너희 둘은) 갚고 있었다

ἀνταπεδιδότην

(그 둘은) 갚고 있었다

복수 ἀνταπεδίδομεν

(우리는) 갚고 있었다

ἀνταπεδίδοτε

(너희는) 갚고 있었다

ἀνταπεδίδοσαν

(그들은) 갚고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἀνταπεδιδόμην

(나는) 갚아지고 있었다

ἀνταπεδίδου, ἀνταπεδίδοσο

(너는) 갚아지고 있었다

ἀνταπεδίδοτο

(그는) 갚아지고 있었다

쌍수 ἀνταπεδίδοσθον

(너희 둘은) 갚아지고 있었다

ἀνταπεδιδόσθην

(그 둘은) 갚아지고 있었다

복수 ἀνταπεδιδόμεθα

(우리는) 갚아지고 있었다

ἀνταπεδίδοσθε

(너희는) 갚아지고 있었다

ἀνταπεδίδοντο

(그들은) 갚아지고 있었다

단순 과거(Aorist) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἀνταπέδον

(나는) 갚았다

ἀνταπέδος

(너는) 갚았다

ἀνταπέδο

(그는) 갚았다

쌍수 ἀνταπέδοτον

(너희 둘은) 갚았다

ἀνταπεδότην

(그 둘은) 갚았다

복수 ἀνταπέδομεν

(우리는) 갚았다

ἀνταπέδοτε

(너희는) 갚았다

ἀνταπέδοσαν

(그들은) 갚았다

접속법단수 ἀνταπόδω

(나는) 갚았자

ἀνταπόδῳς

(너는) 갚았자

ἀνταπόδῳ

(그는) 갚았자

쌍수 ἀνταπόδωτον

(너희 둘은) 갚았자

ἀνταπόδωτον

(그 둘은) 갚았자

복수 ἀνταπόδωμεν

(우리는) 갚았자

ἀνταπόδωτε

(너희는) 갚았자

ἀνταπόδωσιν*

(그들은) 갚았자

기원법단수 ἀνταποδοῖην

(나는) 갚았기를 (바라다)

ἀνταποδοῖης

(너는) 갚았기를 (바라다)

ἀνταποδοῖη

(그는) 갚았기를 (바라다)

쌍수 ἀνταποδοῖητον

(너희 둘은) 갚았기를 (바라다)

ἀνταποδοίητην

(그 둘은) 갚았기를 (바라다)

복수 ἀνταποδοῖημεν

(우리는) 갚았기를 (바라다)

ἀνταποδοῖητε

(너희는) 갚았기를 (바라다)

ἀνταποδοῖησαν

(그들은) 갚았기를 (바라다)

명령법단수 ἀνταποδός

(너는) 갚았어라

ἀνταποδότω

(그는) 갚았어라

쌍수 ἀνταποδότον

(너희 둘은) 갚았어라

ἀνταποδότων

(그 둘은) 갚았어라

복수 ἀνταποδότε

(너희는) 갚았어라

ἀνταποδόντων

(그들은) 갚았어라

부정사 ἀνταποδῶναι

갚았는 것

분사 남성여성중성
ἀνταποδους

ἀνταποδοντος

ἀνταποδουσα

ἀνταποδουσης

ἀνταποδον

ἀνταποδοντος

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἀνταπεδόμην

(나는) 갚아졌다

ἀνταπέδου

(너는) 갚아졌다

ἀνταπέδοτο

(그는) 갚아졌다

쌍수 ἀνταπέδοσθον

(너희 둘은) 갚아졌다

ἀνταπεδόσθην

(그 둘은) 갚아졌다

복수 ἀνταπεδόμεθα

(우리는) 갚아졌다

ἀνταπέδοσθε

(너희는) 갚아졌다

ἀνταπέδοντο

(그들은) 갚아졌다

접속법단수 ἀνταπόδωμαι

(나는) 갚아졌자

ἀνταπόδῳ

(너는) 갚아졌자

ἀνταπόδωται

(그는) 갚아졌자

쌍수 ἀνταπόδωσθον

(너희 둘은) 갚아졌자

ἀνταπόδωσθον

(그 둘은) 갚아졌자

복수 ἀνταποδώμεθα

(우리는) 갚아졌자

ἀνταπόδωσθε

(너희는) 갚아졌자

ἀνταπόδωνται

(그들은) 갚아졌자

기원법단수 ἀνταποδοῖμην

(나는) 갚아졌기를 (바라다)

ἀνταπόδοιο

(너는) 갚아졌기를 (바라다)

ἀνταπόδοιτο

(그는) 갚아졌기를 (바라다)

쌍수 ἀνταπόδοισθον

(너희 둘은) 갚아졌기를 (바라다)

ἀνταποδοῖσθην

(그 둘은) 갚아졌기를 (바라다)

복수 ἀνταποδοῖμεθα

(우리는) 갚아졌기를 (바라다)

ἀνταπόδοισθε

(너희는) 갚아졌기를 (바라다)

ἀνταπόδοιντο

(그들은) 갚아졌기를 (바라다)

명령법단수 ἀνταπόδου

(너는) 갚아졌어라

ἀνταποδόσθω

(그는) 갚아졌어라

쌍수 ἀνταποδόσθον

(너희 둘은) 갚아졌어라

ἀνταποδόσθων

(그 둘은) 갚아졌어라

복수 ἀνταποδόσθε

(너희는) 갚아졌어라

ἀνταποδόσθων

(그들은) 갚아졌어라

부정사 ἀνταπόδουσθαι

갚아졌는 것

분사 남성여성중성
ἀνταποδομενος

ἀνταποδομενου

ἀνταποδομενη

ἀνταποδομενης

ἀνταποδομενον

ἀνταποδομενου

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

유의어

  1. 갚다

파생어

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION