헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἀλᾱζών

3군 변화 명사; 남/여성 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἀλᾱζών ἀλᾱζόνος

형태분석: ἀλᾱζων (어간)

어원: a)/lh

  1. 부랑자, 방랑자
  2. 허풍쟁이, 협잡꾼
  3. 바람둥이, 허풍선이
  1. wanderer around the country, vagrant
  2. (particularly of Sophists) charlatan, quack
  3. braggart, boaster

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 ἀλᾱζών

부랑자가

ἀλᾱζόνε

부랑자들이

ἀλᾱζόνες

부랑자들이

속격 ἀλᾱζόνος

부랑자의

ἀλᾱζόνοιν

부랑자들의

ἀλᾱζόνων

부랑자들의

여격 ἀλᾱζόνι

부랑자에게

ἀλᾱζόνοιν

부랑자들에게

ἀλᾱζόσιν*

부랑자들에게

대격 ἀλᾱζόνα

부랑자를

ἀλᾱζόνε

부랑자들을

ἀλᾱζόνας

부랑자들을

호격 ἀλᾱζών

부랑자야

ἀλᾱζόνε

부랑자들아

ἀλᾱζόνες

부랑자들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ οὐκ ἐπάτησαν αὐτὸν υἱοὶ ἀλαζόνων, οὐ παρῆλθεν ἐπ̓ αὐτῆσ λέων. (Septuagint, Liber Iob 28:8)

    (70인역 성경, 욥기 28:8)

  • ὦ Πολιάσ, ἐλθέ μοι κατὰ τῶν ἀλαζόνων σύμμαχοσ ἀναμνησθεῖσα ὁπόσα ἐπιορκούντων ὁσημέραι ἀκούεισ αὐτῶν· (Lucian, Piscator, (no name) 21:3)

    (루키아노스, Piscator, (no name) 21:3)

  • ἐὰν δὲ ἀγνοοῦντι καὶ ἀλαζόνι κατατρίψει περιάγων αὐτόν, ὁτὲ μὲν πρὸσ ἀνατολάσ, ὁτὲ δὲ πρὸσ δύσιν, ὁτὲ δὲ πρὸσ μεσημβρίαν ἕλκων, οὐδὲν αὐτὸσ εἰδώσ, ἀλλὰ εἰκάζων, καὶ πολὺ πρότερον αὐτὸσ ὑπὸ τοιούτων ἀλαζόνων πεπλανημένοσ. (Dio, Chrysostom, Orationes, 39:2)

    (디오, 크리소토모스, 연설, 39:2)

  • ὅτι θεοὶ οὔτ’ εἰσίν, εἴ τε καὶ εἰσίν, οὐκ ἐπιμελοῦνται ἀνθρώπων οὐδὲ κοινόν τι ἡμῖν ἐστι πρὸσ αὐτοὺσ τό τ’ εὐσεβὲσ τοῦτο καὶ ὅσιον παρὰ τοῖσ πολλοῖσ ἀνθρώποισ λαλούμενον κατάψευσμά ἐστιν ἀλαζόνων ἀνθρώπων καὶ σοφιστῶν ἢ νὴ Δία νομοθετῶν εἰσ φόβον καὶ ἐπίσχεσιν τῶν ἀδικούντων. (Epictetus, Works, book 2, 23:2)

    (에픽테토스, Works, book 2, 23:2)

  • ὕπερ δὲ Ἀλαζόνων οἰκέουσι Σκύθαι ἀροτῆρεσ, οἳ οὐκ ἐπὶ σιτήσι σπείρουσι τὸν σῖτον ἀλλ’ ἐπὶ πρήσι. (Herodotus, The Histories, book 4, chapter 17 2:1)

    (헤로도토스, The Histories, book 4, chapter 17 2:1)

유의어

  1. 바람둥이

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION