- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἄκλαυστος?

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: aklaustos 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἄκλαυστος ἄκλαυστη ἄκλαυστον

형태분석: (접두사) + κλαυστ (어간) + ος (어미)

  1. unlamented
  2. unwept, not liable to death
  3. not weeping, tearless
  4. with impunity

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 ἄκλαυστος

(이)가

ἄκλαύστη

(이)가

ἄκλαυστον

(것)가

속격 ἀκλαύστου

(이)의

ἄκλαύστης

(이)의

ἀκλαύστου

(것)의

여격 ἀκλαύστῳ

(이)에게

ἄκλαύστῃ

(이)에게

ἀκλαύστῳ

(것)에게

대격 ἄκλαυστον

(이)를

ἄκλαύστην

(이)를

ἄκλαυστον

(것)를

호격 ἄκλαυστε

(이)야

ἄκλαύστη

(이)야

ἄκλαυστον

(것)야

쌍수주/대/호 ἀκλαύστω

(이)들이

ἄκλαύστα

(이)들이

ἀκλαύστω

(것)들이

속/여 ἀκλαύστοιν

(이)들의

ἄκλαύσταιν

(이)들의

ἀκλαύστοιν

(것)들의

복수주격 ἄκλαυστοι

(이)들이

ἄκλαυσται

(이)들이

ἄκλαυστα

(것)들이

속격 ἀκλαύστων

(이)들의

ἄκλαυστῶν

(이)들의

ἀκλαύστων

(것)들의

여격 ἀκλαύστοις

(이)들에게

ἄκλαύσταις

(이)들에게

ἀκλαύστοις

(것)들에게

대격 ἀκλαύστους

(이)들을

ἄκλαύστας

(이)들을

ἄκλαυστα

(것)들을

호격 ἄκλαυστοι

(이)들아

ἄκλαυσται

(이)들아

ἄκλαυστα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • βούλει, ὦ Κλωθοῖ, τοὺς ἀκλαύστους ἐπὶ τούτοις ἐμβιβασώμεθα· (Lucian, Cataplus, (no name) 5:12)

    (루키아노스, Cataplus, (no name) 5:12)

  • ᾗ γε μηδὲ πρὸς θεοὺς ἔξεστ ἀκλαύστῳ τῆσδ ἀποστῆναι στέγης. (Sophocles, episode 1:12)

    (소포클레스, episode 1:12)

  • τοὺς δὲ δόμον Πριάμοιο πυρὶ πρήσαντας Ἀχαιοὺς ἀκλαύστους κτερέων νόσφισαν Αἰνεάδαι. (Unknown, Greek Anthology, Volume II, book 7, chapter 297 1:1)

    (작자 미상, Greek Anthology, Volume II, book 7, chapter 297 1:1)

  • καὶ περιέσται τοῖς οὕτως ἀποθανοῦσι μήτε ταφῆς μήτε τῶν ἄλλων νομίμων μεταλαβεῖν, ἀλλ ἀζήλοις ἀκλαύστοις ὑπ οἰωνῶν τε καὶ θηρίων διαφορηθῆναι. (Dionysius of Halicarnassus, Antiquitates Romanae, Books IV-VI, book 6, chapter 9 6:3)

    (디오니시오스, Antiquitates Romanae, Books IV-VI, book 6, chapter 9 6:3)

  • ἔτι τοίνυν οἷς πρὸς Μίμνερμον ἀντειπὼν περὶ χρόνου ζωῆς ἐπιπεφώνηκε, μηδέ μοι ἄκλαυστος θάνατος μόλοι, ἀλλὰ φίλοισι ποιήσαιμι θανὼν ἄλγεα καὶ στοναχάς ποιεῖ, τελευτήσας γὰρ οὐ φίλοις οὐδ οἰκείοις μόνον, ἀλλὰ τῇ πόλει πάσῃ, μυριάσι πολλαῖς, δάκρυα καὶ πόθον καὶ κατήφειαν ἐφ αὑτῷ παρέσχεν αἱ γάρ Ῥωμαίων γυναῖκες ἐπένθησαν αὐτόν ὥσπερ υ ἱὸν ἢ ἀδελφὸν ἢ πατέρα κοινὸν ἀποβαλοῦσαι. (Plutarch, Comparison of Solon and Publicola, chapter 1 4:1)

    (플루타르코스, Comparison of Solon and Publicola, chapter 1 4:1)

  • μηδέ μοι ἄκλαυστος θάνατος μόλοι, ἀλλὰ φίλοισι καλλείποιμι θανὼν ἄλγεα καὶ στοναχάς: (Unknown, Elegy and Iambus, Volume I, , 178)

    (작자 미상, 비가, , 178)

유의어

  1. unlamented

  2. unwept

  3. with impunity

관련어

명사

형용사

동사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION