- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἄδικος?

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: adikos 고전 발음: [아디꼬] 신약 발음: [아디꼬]

기본형: ἄδικος ἄδικος ἄδικον

형태분석: (접두사) + δικ (어간) + ος (어미)

어원: δίκη

  1. 부당한, 불공평한
  2. 그른
  1. unjust
  2. wrong

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 ἄδικος

부당한 (이)가

ἄδικον

부당한 (것)가

속격 ἀδίκου

부당한 (이)의

ἀδίκου

부당한 (것)의

여격 ἀδίκῳ

부당한 (이)에게

ἀδίκῳ

부당한 (것)에게

대격 ἄδικον

부당한 (이)를

ἄδικον

부당한 (것)를

호격 ἄδικε

부당한 (이)야

ἄδικον

부당한 (것)야

쌍수주/대/호 ἀδίκω

부당한 (이)들이

ἀδίκω

부당한 (것)들이

속/여 ἀδίκοιν

부당한 (이)들의

ἀδίκοιν

부당한 (것)들의

복수주격 ἄδικοι

부당한 (이)들이

ἄδικα

부당한 (것)들이

속격 ἀδίκων

부당한 (이)들의

ἀδίκων

부당한 (것)들의

여격 ἀδίκοις

부당한 (이)들에게

ἀδίκοις

부당한 (것)들에게

대격 ἀδίκους

부당한 (이)들을

ἄδικα

부당한 (것)들을

호격 ἄδικοι

부당한 (이)들아

ἄδικα

부당한 (것)들아

원급 비교급 최상급
형용사 ἄδικος

ἀδίκου

부당한 (이)의

ἀδικώτερος

ἀδικωτέρου

더 부당한 (이)의

ἀδικώτατος

ἀδικωτάτου

가장 부당한 (이)의

부사 ἀδίκως

ἀδικώτερον

ἀδικώτατα

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὅθεν καὶ τοὺς ἐν ἀφροσύνῃ ζωῆς βιώσαντας ἀδίκους διὰ τῶν ἰδίων ἐβασάνισας βδελυγμάτων. (Septuagint, Liber Sapientiae 12:23)

    (70인역 성경, 지혜서 12:23)

  • ἠσεβήσαμεν καὶ ἐψευσάμεθα καὶ ἀπέστημεν ἀπὸ ὄπισθεν τοῦ Θεοῦ ἡμῶν. ἐλαλήσαμεν ἄδικα καὶ ἠπειθήσαμεν, ἐκύομεν καὶ ἐμελετήσαμεν ἀπὸ καρδίας ἡμῶν λόγους ἀδίκους. (Septuagint, Liber Isaiae 59:13)

    (70인역 성경, 이사야서 59:13)

  • κρίνων κρίσεις ἀδίκους καὶ τοὺς μὲν ἀθῴους κατακρίνων, ἀπολύων δὲ τοὺς αἰτίους, λέγοντος τοῦ Κυρίου. ἀθῷον καὶ δίκαιον οὐκ ἀποκτενεῖς. (Septuagint, Liber Susanna 1:53)

    (70인역 성경, Liber Susanna 1:53)

  • ἀδίκους οἱ συκοφάνται μου ποιοῦνται τὰς διώξεις: (Demades, On the Twelve Years, 61:1)

    (데마데스, On the Twelve Years, 61:1)

  • διαλλάττει δὲ τῆς Ἰσοκρατείου κατὰ τὴν πικρότητα καὶ τὸν τόνον ἐπ ἐνίων, ὅταν ἐπιτρέψῃ τοῖς πάθεσι, μάλιστα δ ὅταν ὀνειδίζῃ πόλεσιν ἢ στρατηγοῖς πονηρὰ βουλεύματα καὶ πράξεις ἀδίκους πολὺς γὰρ ἐν τούτοις, καὶ τῆς Δημοσθένους δεινότητος οὐδὲ κατὰ μικρὸν διαφέρει, ὡς ἐξ ἄλλων πολλῶν ἄν τις ἴδοι κἀκ τῶν Χιακῶν ἐπιστολῶν, ἃς τῷ συμφύτῳ πνεύματι ἐπιτρέψας γέγραφεν. (Dionysius of Halicarnassus, Epistula ad Pompeium Geminum, chapter 6 9:3)

    (디오니시오스, Epistula ad Pompeium Geminum, chapter 6 9:3)

유의어

  1. 부당한

  2. 그른

관련어

명사

형용사

동사

유사 형태

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION