- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

Σατυρικός?

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: Satyrikos 고전 발음: [사뛰리꼬] 신약 발음: [사뛰리꼬]

기본형: Σατυρικός Σατυρική Σατυρικόν

형태분석: Σατυρικ (어간) + ος (어미)

어원: Σάτυρος

  1. like a Satyr
  2. of or resembling the Satyric drama, a Satyric drama

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 Σατυρικός

(이)가

Σατυρική

(이)가

Σατυρικόν

(것)가

속격 Σατυρικοῦ

(이)의

Σατυρικῆς

(이)의

Σατυρικοῦ

(것)의

여격 Σατυρικῷ

(이)에게

Σατυρικῇ

(이)에게

Σατυρικῷ

(것)에게

대격 Σατυρικόν

(이)를

Σατυρικήν

(이)를

Σατυρικόν

(것)를

호격 Σατυρικέ

(이)야

Σατυρική

(이)야

Σατυρικόν

(것)야

쌍수주/대/호 Σατυρικώ

(이)들이

Σατυρικά

(이)들이

Σατυρικώ

(것)들이

속/여 Σατυρικοῖν

(이)들의

Σατυρικαῖν

(이)들의

Σατυρικοῖν

(것)들의

복수주격 Σατυρικοί

(이)들이

Σατυρικαί

(이)들이

Σατυρικά

(것)들이

속격 Σατυρικῶν

(이)들의

Σατυρικῶν

(이)들의

Σατυρικῶν

(것)들의

여격 Σατυρικοῖς

(이)들에게

Σατυρικαῖς

(이)들에게

Σατυρικοῖς

(것)들에게

대격 Σατυρικούς

(이)들을

Σατυρικάς

(이)들을

Σατυρικά

(것)들을

호격 Σατυρικοί

(이)들아

Σατυρικαί

(이)들아

Σατυρικά

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • οἰόμενοι γὰρ σατυρικὰ καὶ γελοῖά τινα καὶ κομιδῇ κωμικὰ παρ ἡμῶν ἀκούσεσθαι - τοιαῦτα γὰρ ^ πεπιστεύκασιν, οὐκ οἶδ ὅ τι δόξαν αὐτοῖς ὑπὲρ ἐμοῦ οἱ μὲν οὐδὲ τὴν ἀρχὴν ἀφικνοῦνται, ὡς οὐδὲν δέον παρέχειν τὰ ὦτα κώμοις γυναικείοις καὶ σκιρτήμασι σατυρικοῖς καταβάντας ἀπὸ τῶν ἐλεφάντων, οἱ δὲ ὡς ἐπὶ τοιοῦτό τι ἥκοντες ἀντὶ τοῦ κιττοῦ σίδηρον εὑρόντες οὐδ οὕτως ἐπαινεῖν τολμῶσι τῷ παραδόξῳ τοῦ πράγματος τεθορυβημένοι. (Lucian, (no name) 5:3)

    (루키아노스, (no name) 5:3)

  • ἃ δὲ ἠδίκημαι καὶ περιύβρισμαι πρὸς τούτου, ταῦτά ἐστιν, ὅτι με σεμνόν τέως ὄντα καὶ θεῶν τε πέρι καὶ φύσεως καὶ τῆς τῶν ὅλων περιόδου σκοπούμενον, ὑψηλὸν ἄνω που τῶν νεφῶν ἀεροβατοῦντα, ἔνθα ὁ μέγας ἐν οὐρανῷ Ζεὺς πτηνὸν ἁρ´μα ἐλαύνων φέρεται, κατασπάσας αὐτὸς ἤδη κατὰ τὴν ἁψῖδα πετόμενον καὶ ἀναβαίνοντα ὑπὲρ τὰ νῶτα τοῦ οὐρανοῦ καὶ τὰ πτερὰ συντρίψας ἰσοδίαιτον τοῖς πολλοῖς ἐποίησεν, καὶ τὸ μὲν τραγικὸν ἐκεῖνο καὶ σωφρονικὸν προσωπεῖον ἀφεῖλέ μου, κωμικὸν δὲ καὶ σατυρικὸν ἄλλο ἐπέθηκέ μοι καὶ μικροῦ δεῖν γελοῖον. (Lucian, Bis accusatus sive tribunalia, (no name) 33:8)

    (루키아노스, Bis accusatus sive tribunalia, (no name) 33:8)

  • ἡ μὲν γε Βακχικὴ ὄρχησις ἐν Ιὠνίᾳ μάλιστα καὶ ἐν Πόντῳ σπουδαζομένη, καίτοι σατυρικὴ οὖσα, οὕτω κεχείρωται τοὺς ἀνθρώπους τοὺς ἐκεῖ ὥστε κατὰ τὸν τεταγμένον ἕκαστοι καιρόν, ἁπάντων ἐπιλαθόμενοι τῶν ἄλλων, κάθηνται δι ἡμέρας τιτᾶνας καὶ κορύβαντας καὶ σατύρους καὶ βουκόλους ὁρῶντες. (Lucian, De saltatione, (no name) 79:3)

    (루키아노스, De saltatione, (no name) 79:3)

  • τοῦτον τὸν Βάθυλλόν φησιν Ἀριστόνικος καὶ Πυλάδην, οὗ ἐστι καὶ σύγγραμμα περὶ ὀρχήσεως, τὴν Ἰταλικὴν ὄρχησιν συστήσασθαι ἐκ τῆς κωμικῆς, ἣ ἐκαλεῖτο κόρδαξ, καὶ τῆς τραγικῆς, ἣ ἐκαλεῖτο ἐμμέλεια, καὶ τῆς σατυρικῆς ἣ ἐλέγετο σίκιννις διὸ καὶ οἱ σάτυροι σικιννισταί, ἧς εὑρετὴς Σίκιννός τις βάρβαρος. (Athenaeus, The Deipnosophists, book 1, chapter 372)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, book 1, chapter 372)

  • ὅπως ἔτυχεν, ἀλλὰ νήφει τὰ πολλὰ καὶ πολυπραγμονεῖ καὶ πράξεων μετέχειν οἰέται δεῖν καὶ λόγων ἀπορρήτων βούλεται κοινωνὸς εἶναι, καὶ ὅλως τραγικός ἐστιν οὐ σατυρικὸς φιλίας ὑποκριτὴς οὐδὲ κωμικός. (Plutarch, Quomodo adulator ab amico internoscatur, chapter, section 43)

    (플루타르코스, Quomodo adulator ab amico internoscatur, chapter, section 43)

관련어

명사

형용사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION