고전 발음: [] 신약 발음: []
기본형: Πελοποννησιακός Πελοποννησιακή Πελοποννησιακόν
형태분석: Πελοποννησιακ (어간) + ος (어미)
남성 | 여성 | 중성 | ||
---|---|---|---|---|
단수 | 주격 | Πελοποννησιακός (이)가 | Πελοποννησιακή (이)가 | Πελοποννησιακόν (것)가 |
속격 | Πελοποννησιακοῦ (이)의 | Πελοποννησιακῆς (이)의 | Πελοποννησιακοῦ (것)의 | |
여격 | Πελοποννησιακῷ (이)에게 | Πελοποννησιακῇ (이)에게 | Πελοποννησιακῷ (것)에게 | |
대격 | Πελοποννησιακόν (이)를 | Πελοποννησιακήν (이)를 | Πελοποννησιακόν (것)를 | |
호격 | Πελοποννησιακέ (이)야 | Πελοποννησιακή (이)야 | Πελοποννησιακόν (것)야 | |
쌍수 | 주/대/호 | Πελοποννησιακώ (이)들이 | Πελοποννησιακᾱ́ (이)들이 | Πελοποννησιακώ (것)들이 |
속/여 | Πελοποννησιακοῖν (이)들의 | Πελοποννησιακαῖν (이)들의 | Πελοποννησιακοῖν (것)들의 | |
복수 | 주격 | Πελοποννησιακοί (이)들이 | Πελοποννησιακαί (이)들이 | Πελοποννησιακά (것)들이 |
속격 | Πελοποννησιακῶν (이)들의 | Πελοποννησιακῶν (이)들의 | Πελοποννησιακῶν (것)들의 | |
여격 | Πελοποννησιακοῖς (이)들에게 | Πελοποννησιακαῖς (이)들에게 | Πελοποννησιακοῖς (것)들에게 | |
대격 | Πελοποννησιακούς (이)들을 | Πελοποννησιακᾱ́ς (이)들을 | Πελοποννησιακά (것)들을 | |
호격 | Πελοποννησιακοί (이)들아 | Πελοποννησιακαί (이)들아 | Πελοποννησιακά (것)들아 |
원급 | 비교급 | 최상급 | |
---|---|---|---|
형용사 |
Πελοποννησιακός Πελοποννησιακοῦ (이)의 |
Πελοποννησιακότερος Πελοποννησιακοτεροῦ 더 (이)의 |
Πελοποννησιακότατος Πελοποννησιακοτατοῦ 가장 (이)의 |
부사 | Πελοποννησιακώς | Πελοποννησιακότερον | Πελοποννησιακότατα |
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.
이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기고전 발음: [] 신약 발음: []
호흡부호 보기
강세부호 보기
장단부호 보기
작은 Iota 보기
모든 부호 보기