- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

Πατρεύς?

3군 변화 명사; 남성 로마알파벳 전사: Patreus 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: Πατρεύς Πατρέως

형태분석: Πατρευ (어간) + ς (어미)

  1. an inhabitant of Patras

곡용 정보

3군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • "καὶ οἱ μὲν ἐς τὸν Πατρέα ἐκεῖνον μεταξὺ ἀποβλέποντες ὑπεδήλουν ὡς οὐ λέληθε συμπράξας αὐτῷ τὴν ῥᾳδιουργίαν, οἱ δὲ καὶ αὐτὰ γνωρίζοντες τὰ λεγόμενα παρ ὅλην τὴν ἀκρόασιν διετέλεσαν ἓν τοῦτο μόνον ἔργον ἔχοντες, ἀλλήλων πειρώμενοι ὅπως μνήμης ἔχουσι ^ πρὸς τὸ διαγιγνώσκειν ὅτου ἕκαστον ἦν τῶν ὀλίγον πρὸ ἡμῶν εὐδοκιμησάντων ἐπὶ ταῖς καλουμέναις μελέταις σοφιστῶν. (Lucian, Pseudologista, (no name) 5:10)

    (루키아노스, Pseudologista, (no name) 5:10)

  • Μνασέας δὲ ὁ Πατρεὺς ἐν τῷ Περίπλῳ τοὺς ἐν τῷ Κλείτορι ποταμῷ φησιν ἰχθῦς φθέγγεσθαι, καίτοι μόνους εἰρηκότος Ἀριστοτέλους φθέγγεσθαι σκάρον καὶ τὸν ποτάμιον χοῖρον. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 8, book 8, chapter 31)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 8, book 8, chapter 31)

  • ἄλλος δ ἐξ ἄλλου δέχεται τοκιστὴς ἢ πραγματευτὴς Κορίνθιος, εἶτα Πατρεύς, εἶτ᾿ Ἀθηναῖος, ἄχρι ἂν ὑπὸ πάντων περικρουόμενος εἰς τόκους διαλυθῇ καὶ κατακερματισθῇ. (Plutarch, De vitando aere alieno, chapter, section 7 14:1)

    (플루타르코스, De vitando aere alieno, chapter, section 7 14:1)

  • ἄλλοι τινὲς Καλλιστὼ ὀνομάζουσιν, ὡς ἱστορεῖν Μνασέαν τὸν Πατρέα ἐν τρίτῳ Εὐρωπιακῶν φησιν Λυσίμαχος ἐν τρίτῳ Νόστων. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 4, book 4, chapter 47 3:1)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 4, book 4, chapter 47 3:1)

  • καὶ τὴν μὲν Πατρέων καὶ Δυμαίων λεηλασίαν ὁδοῦ πάρεργον ἐποιήσαντο, τὴν δὲ Μεσσήνην ἐμβαλόντες ἐπόρθουν. (Plutarch, Aratus, chapter 47 1:2)

    (플루타르코스, Aratus, chapter 47 1:2)

  • Μνασέας δὲ ὁ Πατρεύς φησι: (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 7, book 7, chapter 627)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 7, book 7, chapter 627)

  • μουνοπάλης νικῶ δὶς Ὀλύμπια Πύθιά τ ἄνδρας,τρὶς Νεμέᾳ, τετράκις δ Ἰσθμῷ ἐν ἀγχιάλῳ,<Χίλων> Χίλωνος Πατρεύς, ὃν λαὸς Ἀχαιῶνἐν πολέμῳ φθίμενον θάψ ἀρετῆς ἕνεκεν. (Pausanias, Description of Greece, , chapter 4 11:3)

    (파우사니아스, Description of Greece, , chapter 4 11:3)

  • ἴσχυον δὲ ἐπ ἴσης τοῖς κατειλεγμένοις καὶ Ἀχαιῶν τῶν ἐκ Λακεδαίμονος Πρευγένης καὶ ὁ υἱός, ὄνομα δέ οἱ ἦν Πατρεύς: (Pausanias, Description of Greece, , chapter 6 2:4)

    (파우사니아스, Description of Greece, , chapter 6 2:4)

유의어

  1. an inhabitant of Patras

관련어

명사

형용사

동사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION