- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

Παρθενοπαῖος?

2군 변화 명사; 남성 로마알파벳 전사: Parthenopaios 고전 발음: [테노빠] 신약 발음: [태노빼오]

기본형: Παρθενοπαῖος

  1. the maiden-hero or son of the maiden

예문

  • ὁ τῆς κυναγοῦ δ ἄλλος Ἀταλάντης γόνος παῖς Παρθενοπαῖος, εἶδος ἐξοχώτατος, Ἀρκὰς μὲν ἦν, ἐλθὼν δ ἐπ Ἰνάχου ῥοὰς παιδεύεται κατ Ἄργος. (Euripides, Suppliants, episode 1:3)

    (에우리피데스, Suppliants, episode 1:3)

  • ὅδ ἐστὶ Παρθενοπαῖος, Ἀταλάντης γόνος. (Euripides, Phoenissae, episode, lyric 1:2)

    (에우리피데스, Phoenissae, episode, lyric 1:2)

  • καὶ πρῶτα μὲν προσῆγε Νηίταις πύλαις λόχον πυκναῖσιν ἀσπίσιν πεφρικότα ὁ τῆς κυναγοῦ Παρθενοπαῖος ἔκγονος, ἐπίσημ ἔχων οἰκεῖον ἐν μέσῳ σάκει, ἑκηβόλοις τόξοισιν Ἀταλάντην κάπρον χειρουμένην Αἰτωλόν. (Euripides, Phoenissae, episode 2:1)

    (에우리피데스, Phoenissae, episode 2:1)

  • ἐλθὼν δ ἐοίκεν οὐ καπηλεύσειν μάχην, μακρᾶς κελεύθου δ οὐ καταισχυνεῖν πόρον, Παρθενοπαῖος Ἀρκάς: (Aeschylus, Seven Against Thebes, choral, antistrophe 2 1:9)

    (아이스킬로스, 테바이를 공격한 일곱 장수, choral, antistrophe 2 1:9)

  • ἕκτος δὲ Παρθενοπαῖος Ἀρκὰς ὄρνυται, ἐπώνυμος τῆς πρόσθεν ἀδμήτης χρόνῳ μητρὸς λοχευθείς, πιστὸς Ἀταλάντης γόνος: (Sophocles, Oedipus at Colonus, episode 1:19)

    (소포클레스, Oedipus at Colonus, episode 1:19)

관련어

명사

형용사

동사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION