Ancient Greek-English Dictionary Language

τακτικός

First/Second declension Adjective; Transliteration:

Principal Part: τακτικός

Structure: τακτικ (Stem) + ος (Ending)

Etym.: ta/ssw

Sense

  1. fit for ordering or arranging, especially in war, (substantive) a tactician
  2. (substantive) tactics

Examples

  • καὶ ἐπάνω αὐτῶν τακτικοὺσ τρεῖσ, ὧν ἦν Δανιὴλ εἷσ ἐξ αὐτῶν, τοῦ ἀποδιδόναι αὐτοῖσ τοὺσ σατράπασ λόγον, ὅπωσ ὁ βασιλεὺσ μὴ ἐνοχλῆται. (Septuagint, Prophetia Danielis 6:2)
  • λέγεται δὲ τῆσ τῶν Νεμείων πανηγύρεωσ συνεστώσησ στρατηγοῦντα τὸν Φιλοποίμενα τὸ δεύτερον καὶ νενικηκότα μὲν οὐ πάλαι τὴν ἐν Μαντινείᾳ μάχην, τότε δὲ σχολὴν ἄγοντα διὰ τὴν ἑορτήν, πρῶτον μὲν ἐπιδεῖξαι τοῖσ Ἕλλησι κεκοσμημένην τὴν φάλαγγα καὶ κινουμένην, ὥσπερ εἴθιστο, τοὺσ τακτικοὺσ ῥυθμοὺσ μετὰ τάχουσ καὶ ῥώμησ· (Plutarch, Philopoemen, chapter 11 1:1)

Related

Source: Ancient Greek entries from Wiktionary

Find this word at Wiktionary

SEARCH

MENU NAVIGATION