헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

σχολαστικός

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: σχολαστικός σχολαστική σχολαστικόν

형태분석: σχολαστικ (어간) + ος (어미)

어원: sxola/zw

  1. enjoying leisure, leisure
  2. devoting one's leisure to learning, a scholar, a pedant, simpleton

곡용 정보

1/2군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • αὐτὸσ γοῦν Χρύσιπποσ ἐν τῷ τετάρτῳ περὶ Βίων οὐδὲν οἰέται τὸν σχολαστικὸν βίον τοῦ ἡδονικοῦ διαφέρειν· (Plutarch, De Stoicorum repugnantiis, section 2 5:1)

    (플루타르코스, De Stoicorum repugnantiis, section 2 5:1)

  • "ὅσοι δ’ ὑπολαμβάνουσι φιλοσόφοισ ἐπιβάλλειν μάλιστα τὸν σχολαστικὸν βίον ἀπ’ ἀρχῆσ, οὗτοί μοι δοκοῦσι διαμαρτάνειν, ὑπονοοῦντεσ διαγωγῆσ τινοσ ἕνεκεν δεῖν τοῦτο ποιεῖν ἢ ἄλλου τινὸσ τούτῳ παραπλησίου, καὶ τὸν ὅλον βίον οὕτω πωσ διελκύσαι· (Plutarch, De Stoicorum repugnantiis, section 2 5:2)

    (플루타르코스, De Stoicorum repugnantiis, section 2 5:2)

  • σχολαστικὸν οὐδὲν οἰόμενοσ τοῦ ἡδονικοῦ διαφέρειν. (Plutarch, De Stoicorum repugnantiis, section 2 11:1)

    (플루타르코스, De Stoicorum repugnantiis, section 2 11:1)

  • εἰ δὴ τῶν μὲν κατὰ τὰσ ἀρετὰσ πράξεων αἱ πολιτικαὶ καὶ πολεμικαὶ κάλλει καὶ μεγέθει προέχουσιν, αὗται δ’ ἄσχολοι καὶ τέλουσ τινὸσ ἐφίενται καὶ οὐ δι’ αὑτὰσ αἱρεταί εἰσιν, ἡ δὲ τοῦ νοῦ ἐνέργεια σπουδῇ τε διαφέρειν δοκεῖ θεωρητικὴ οὖσα, καὶ παρ’ αὑτὴν οὐδενὸσ ἐφίεσθαι τέλουσ, καὶ ἔχειν τὴν ἡδονὴν οἰκείαν αὕτη δὲ συναύξει τὴν ἐνέργειαν, καὶ τὸ αὔταρκεσ δὴ καὶ σχολαστικὸν καὶ ἄτρυτον ὡσ ἀνθρώπῳ, καὶ ὅσα ἄλλα τῷ μακαρίῳ ἀπονέμεται, τὰ κατὰ ταύτην τὴν ἐνέργειαν φαίνεται ὄντα· (Aristotle, Nicomachean Ethics, Book 10 96:1)

    (아리스토텔레스, 니코마코스 윤리학, Book 10 96:1)

  • ‐ Ὁρᾷσ οὖν, ὅτι σχολαστικόν σε δεῖ γενέσθαι, τοῦτο τὸ ζῷον οὗ πάντεσ καταγελῶσιν, εἴπερ ἄρα θέλεισ ἐπίσκεψιν τῶν σαυτοῦ δογμάτων ποιεῖσθαι. (Epictetus, Works, book 1, 39:1)

    (에픽테토스, Works, book 1, 39:1)

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION