Ancient Greek-English Dictionary Language

συγκαλύπτω

Non-contract Verb; Transliteration:

Principal Part: συγκαλύπτω συγκαλύψω

Structure: συγ (Prefix) + καλύπτ (Stem) + ω (Ending)

Sense

  1. to cover or veil completely, muffled up, to wrap oneself up, cover one's face

Conjugation

Present tense

Active
1st person2nd person3rd person
IndicativeSingular συγκαλύπτω συγκαλύπτεις συγκαλύπτει
Dual συγκαλύπτετον συγκαλύπτετον
Plural συγκαλύπτομεν συγκαλύπτετε συγκαλύπτουσιν*
SubjunctiveSingular συγκαλύπτω συγκαλύπτῃς συγκαλύπτῃ
Dual συγκαλύπτητον συγκαλύπτητον
Plural συγκαλύπτωμεν συγκαλύπτητε συγκαλύπτωσιν*
OptativeSingular συγκαλύπτοιμι συγκαλύπτοις συγκαλύπτοι
Dual συγκαλύπτοιτον συγκαλυπτοίτην
Plural συγκαλύπτοιμεν συγκαλύπτοιτε συγκαλύπτοιεν
ImperativeSingular συγκάλυπτε συγκαλυπτέτω
Dual συγκαλύπτετον συγκαλυπτέτων
Plural συγκαλύπτετε συγκαλυπτόντων, συγκαλυπτέτωσαν
Infinitive συγκαλύπτειν
Participle MasculineFeminineNeuter
συγκαλυπτων συγκαλυπτοντος συγκαλυπτουσα συγκαλυπτουσης συγκαλυπτον συγκαλυπτοντος
Middle/Passive
1st person2nd person3rd person
IndicativeSingular συγκαλύπτομαι συγκαλύπτει, συγκαλύπτῃ συγκαλύπτεται
Dual συγκαλύπτεσθον συγκαλύπτεσθον
Plural συγκαλυπτόμεθα συγκαλύπτεσθε συγκαλύπτονται
SubjunctiveSingular συγκαλύπτωμαι συγκαλύπτῃ συγκαλύπτηται
Dual συγκαλύπτησθον συγκαλύπτησθον
Plural συγκαλυπτώμεθα συγκαλύπτησθε συγκαλύπτωνται
OptativeSingular συγκαλυπτοίμην συγκαλύπτοιο συγκαλύπτοιτο
Dual συγκαλύπτοισθον συγκαλυπτοίσθην
Plural συγκαλυπτοίμεθα συγκαλύπτοισθε συγκαλύπτοιντο
ImperativeSingular συγκαλύπτου συγκαλυπτέσθω
Dual συγκαλύπτεσθον συγκαλυπτέσθων
Plural συγκαλύπτεσθε συγκαλυπτέσθων, συγκαλυπτέσθωσαν
Infinitive συγκαλύπτεσθαι
Participle MasculineFeminineNeuter
συγκαλυπτομενος συγκαλυπτομενου συγκαλυπτομενη συγκαλυπτομενης συγκαλυπτομενον συγκαλυπτομενου

Imperfect tense

The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.

Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.

Examples

  • καὶ ἦν τὰ Χερουβὶμ διαπεπετακότα τὰσ πτέρυγασ αὐτῶν ἐπὶ τὸν τόπον τῆσ κιβωτοῦ, καὶ συνεκάλυπτε τὰ Χερουβὶμ ἐπὶ τὴν κιβωτὸν καὶ ἐπὶ τοὺσ ἀναφορεῖσ αὐτῆσ ἐπάνωθεν. (Septuagint, Liber II Paralipomenon 5:8)
  • παραδέδονται γὰρ εἰσ χεῖρασ ἀσεβοῦσ. πρόσωπα κριτῶν αὐτῆσ συγκαλύπτει. εἰ δὲ μὴ αὐτόσ ἐστι, τίσ ἐστιν̣ (Septuagint, Liber Iob 9:24)
  • ὃ δὴ καὶ συνέβαινεν οὐ γὰρ ἠνείχοντο τῶν ὑσσῶν ἀναφερομένων, οὐδὲ ἐτόλμων ἐν ὀφθαλμοῖσ τὸν σίδηρον ὁρῶντεσ, ἀλλ’ ἀπεστρέφοντο καὶ συνεκαλύπτοντο φειδόμενοι τῶν προσώπων καὶ τέλοσ οὕτωσ ταράξαντασ ἑαυτοὺσ ἐτράποντο φεύγειν αἴσχιστα, λυμηνάμενοι τὸ σύμπαν εὐθὺσ γὰρ οἱ μὲν νενικηκότεσ τούτουσ ἐκυκλοῦντο τοὺσ πεζοὺσ καὶ κατὰ νώτου προσπίπτοντεσ ἔκοπτον. (Plutarch, Caesar, chapter 45 3:1)
  • ἀλλ’ ἐπειδὴ οἶμαι χρωμένοισ ἄμεινον τὸ ἀποδύεσθαι τοῦ συγκαλύπτειν πάντα τὰ τοιαῦτα ἐφάνη, καὶ τὸ ἐν τοῖσ ὀφθαλμοῖσ δὴ γελοῖον ἐξερρύη ὑπὸ τοῦ ἐν τοῖσ λόγοισ μηνυθέντοσ ἀρίστου· (Plato, Republic, book 5 70:1)

Derived

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION