- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

σαρκοφάγος?

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: sarkophagos 고전 발음: [꼬파고] 신약 발음: [꼬파고]

기본형: σαρκοφάγος σαρκοφάγον

형태분석: σαρκοφαγ (어간) + ος (어미)

어원: φαγεῖν

  1. eating flesh, carnivorous
  2. remarkable for consuming the flesh of corpses

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 σαρκοφάγος

(이)가

σαρκόφαγον

(것)가

속격 σαρκοφάγου

(이)의

σαρκοφάγου

(것)의

여격 σαρκοφάγῳ

(이)에게

σαρκοφάγῳ

(것)에게

대격 σαρκοφάγον

(이)를

σαρκόφαγον

(것)를

호격 σαρκοφάγε

(이)야

σαρκόφαγον

(것)야

쌍수주/대/호 σαρκοφάγω

(이)들이

σαρκοφάγω

(것)들이

속/여 σαρκοφάγοιν

(이)들의

σαρκοφάγοιν

(것)들의

복수주격 σαρκοφάγοι

(이)들이

σαρκόφαγα

(것)들이

속격 σαρκοφάγων

(이)들의

σαρκοφάγων

(것)들의

여격 σαρκοφάγοις

(이)들에게

σαρκοφάγοις

(것)들에게

대격 σαρκοφάγους

(이)들을

σαρκόφαγα

(것)들을

호격 σαρκοφάγοι

(이)들아

σαρκόφαγα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἡ μὲν οὖν Λακεδαίμων, ἐφαμίλλως ἀγωνισαμένη τῷ γυναικείῳ δράματι πρὸς τὸ ἀνδρεῖον, ἐν τοῖς ἐσχάτοις καιροῖς ἐπέδειξε τὴν ἀρετὴν ὑβρισθῆναι μὴ δυναμένην ὑπὸ τῆς τύχης, ὀλίγαις δὲ ὕστερον ἡμέραις οἱ τὸ σῶμα τοῦ Κλεομένους ἀνεσταυρωμένον παραφυλάττοντες εἶδον εὐμεγέθη δράκοντα τῇ κεφαλῇ περιπεπλεγμένον καὶ ἀποκρύπτοντα τὸ πρόσωπον, ὥστε μηδὲν ὄρνεον ἐφίπτασθαι σαρκοφάγον. (Plutarch, Cleomenes, chapter 39 1:1)

    (플루타르코스, Cleomenes, chapter 39 1:1)

  • ταύτας Ἀριστοτέλης ἱστορεῖ τὰ μὲν βράγχια ἔχειν καλυπτά, εἶναι καρχαρόδοντας καὶ τῶν συναγελαζομένων καὶ σαρκοφάγων χολήν τε ἔχειν ἰσομήκη τῷ ἐντέρῳ καὶ σπλῆνα ὁμοίως, λέγεται δὲ ὡς θηρευθεῖσαι προσανάλλονται καὶ ἀποτρώγουσαι τὴν ὁρμιὰν ἐκφεύγουσιν. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 7, book 7, chapter 62)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 7, book 7, chapter 62)

  • Ἀριστοτέλης δὲ καὶ καρχαρόδοντα εἶναι τὸν κάλλιχθυν σαρκοφάγον τε καὶ συναγελαζόμενον. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 7, book 7, chapter 15 2:2)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 7, book 7, chapter 15 2:2)

  • ἐστὶ δὲ μονήρης, ὥς φησιν Ἀριστοτέλης, σαρκοφάγος τε καὶ καρχαρόδους, τὴν χροιὰν μὲν μέλας, ὀφθαλμοὺς δὲ μείζονας ἢ καθ αὑτὸν ἔχων, καρδίαν τρίγωνον λευκήν. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 7, book 7, chapter 614)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 7, book 7, chapter 614)

  • κυπρῖνος, τῶν σαρκοφάγων καὶ οὗτος, ὡς Ἀριστοτέλης ἱστορεῖ, καὶ συναγελαστικῶν. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 7, book 7, chapter 821)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 7, book 7, chapter 821)

  • Ἀριστοτέλης δ ἐν πέμπτῳ ζῴων μορίων ταχεῖαν λέγων γίνεσθαι τοῖς ἰχθύσι τὴν αὔξησιν, καὶ ὀρφώς, φησίν ἐκ μικροῦ γίνεται μέγας ταχέως, ἐστὶ δὲ καὶ σαρκοφάγος καὶ καρχαρόδους, ἔτι δὲ καὶ μονήρης, ἴδιον δ ἐν αὐτῷ ἐστι τὸ τοὺς θορικοὺς πόρους μὴ εὑρίσκεσθαι καὶ τὸ δύνασθαι πολὺν χρόνον ζῆν μετὰ τὴν ἀνατομήν. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 7, book 7, chapter 973)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 7, book 7, chapter 973)

  • ἐστὶ δὲ καρχαρόδους, συναγελαστική, παντόστικτος, ἔτι δὲ σαρκοφάγος, τὸ δὲ τρίτον τεκοῦσα ἄγονός ἐστι: (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 7, book 7, chapter 125 2:1)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 7, book 7, chapter 125 2:1)

  • "σαρκοφάγος γάρ ἐστι καὶ μάλιστα τοὺς τέττιγας, ἱεροὺς καὶ μουσικοὺς ὄντας, ἀποκτίννυσι καὶ σιτεῖται: (Plutarch, Quaestiones Convivales, book 8, 10:3)

    (플루타르코스, Quaestiones Convivales, book 8, 10:3)

  • πάντων δὲ τῶν εἰρημένων ζῴων ὁ σαρκοφάγος ταῦρος ἀγριώτατός ἐστι καὶ παντελῶς δυσκαταμάχητος. (Diodorus Siculus, Bibliotheca Historica, book 3, chapter 35 7:1)

    (디오도로스 시켈로스, Bibliotheca Historica, book 3, chapter 35 7:1)

유의어

  1. eating flesh

관련어

명사

형용사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION