- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

πλάνη?

1군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: planē 고전 발음: [라네:] 신약 발음: [라네]

기본형: πλάνη

형태분석: πλαν (어간) + η (어미)

  1. 헤매기, 만유, 방랑
  2. 벗어나기, 일탈
  3. 오류, 잘못, 실수
  1. a wandering, roaming
  2. a digression
  3. a going astray, error

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 πλάνη

헤매기가

πλάνα

헤매기들이

πλάναι

헤매기들이

속격 πλάνης

헤매기의

πλάναιν

헤매기들의

πλανῶν

헤매기들의

여격 πλάνῃ

헤매기에게

πλάναιν

헤매기들에게

πλάναις

헤매기들에게

대격 πλάνην

헤매기를

πλάνα

헤매기들을

πλάνας

헤매기들을

호격 πλάνη

헤매기야

πλάνα

헤매기들아

πλάναι

헤매기들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἐπικατάρατος ὁ πλανῶν τυφλὸν ἐν ὁδῷ. καὶ ἐροῦσι πᾶς ὁ λαός. γένοιτο. (Septuagint, Liber Deuteronomii 27:18)

    (70인역 성경, 신명기 27:18)

  • καὶ εἶπεν αὐτῷ. ὑγιαίνων ἔλθοις, ἀδελφέ, καὶ μή μοι ὀργισθῇς, ὅτι ἐζήτησα τὴν φυλήν σου καὶ τὴν πατριάν σου ἐπιγνῶναι. καὶ σὺ τυγχάνεις ἀδελφός μου ἐκ τῆς καλῆς καὶ ἀγαθῆς γενεᾶς. ἐπεγίνωσκον γὰρ ἐγὼ Ἀνανίαν καὶ Ἰωνάθαν τοὺς υἱοὺς Σεμεΐ τοῦ μεγάλου, ὡς ἐπορευόμεθα κοινῶς εἰς Ἱεροσόλυμα προσκυνεῖν, ἀναφέροντες τὰ πρωτότοκα καὶ τὰς δεκάτας τῶν γεννημάτων, καὶ οὐκ ἐπλανήθησαν ἐν τῇ πλάνῃ τῶν ἀδελφῶν ἡμῶν. ἐκ ρίζης καλῆς εἶ, ἀδελφέ, (Septuagint, Liber Thobis 5:14)

    (70인역 성경, 토빗기 5:14)

  • πλανῶν ἔθνη καὶ ἀπολλύων αὐτά, καταστρωνύων ἔθνη καὶ καθοδηγῶν αὐτά. (Septuagint, Liber Iob 12:23)

    (70인역 성경, 욥기 12:23)

  • σοφία πανούργων ἐπιγνώσεται τὰς ὁδοὺς αὐτῶν, ἄνοια δὲ ἀφρόνων ἐν πλάνῃ. (Septuagint, Liber Proverbiorum 14:8)

    (70인역 성경, 잠언 14:8)

  • μὴ ζηλοῦτε θάνατον ἐν πλάνῃ ζωῆς ὑμῶν, μηδὲ ἐπισπᾶσθε ὄλεθρον ἔργοις χειρῶν ὑμῶν. (Septuagint, Liber Sapientiae 1:12)

    (70인역 성경, 지혜서 1:12)

  • λέγουσι τοῖς ἀπωθουμένοις τὸν λόγον Κυρίου. εἰρήνη ἔσται ὑμῖν. καὶ πᾶσι τοῖς πορευομένοις τοῖς θελήμασιν αὐτῶν, παντὶ τῷ πορευομένῳ πλάνῃ καρδίας αὐτοῦ εἶπαν. οὐχ ἥξει ἐπὶ σὲ κακά. (Septuagint, Liber Ieremiae 23:15)

    (70인역 성경, 예레미야서 23:15)

  • οὐκ ἀπῳδὰ δὲ καὶ τὰ πρὸ τούτων, ἀλλὰ τοῖς Ἰλιακοῖς συγγενῆ, Ἀχιλλέως ἐν Σκύρῳ παρθένευσις καὶ Ὀδυσσέως μανία καὶ Φιλοκτήτου ἐρημία, καὶ ὅλως ἡ πᾶσα Ὀδύσσειος πλάνη καὶ Κίρκη καὶ Τηλέγονος καὶ ἡ Αἰόλου τῶν ἀνέμων δυναστεία καὶ τὰ ἄλλα μέχρι τῆς τῶν μνηστήρων τιμωρίας: (Lucian, De saltatione, (no name) 46:4)

    (루키아노스, De saltatione, (no name) 46:4)

유의어

  1. 헤매기

  2. 벗어나기

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION