헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

πλάνη

1군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: πλάνη

형태분석: πλαν (어간) + η (어미)

  1. 헤매기, 만유, 방랑
  2. 벗어나기, 일탈
  3. 오류, 잘못, 실수
  1. a wandering, roaming
  2. a digression
  3. a going astray, error

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 πλάνη

헤매기가

πλάνᾱ

헤매기들이

πλάναι

헤매기들이

속격 πλάνης

헤매기의

πλάναιν

헤매기들의

πλανῶν

헤매기들의

여격 πλάνῃ

헤매기에게

πλάναιν

헤매기들에게

πλάναις

헤매기들에게

대격 πλάνην

헤매기를

πλάνᾱ

헤매기들을

πλάνᾱς

헤매기들을

호격 πλάνη

헤매기야

πλάνᾱ

헤매기들아

πλάναι

헤매기들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ γὰρ τῶν πλάνησ ὁδῶν μακρότερον ἐπλανήθησαν, θεοὺσ ὑπολαμβάνοντεσ τὰ καὶ ἐν ζῴοισ τῶν ἐχθρῶν ἄτιμα, νηπίων δίκην ἀφρόνων ψευσθέντεσ. (Septuagint, Liber Sapientiae 12:24)

    (70인역 성경, 지혜서 12:24)

  • ἐπεὶ πόθεν ἂν ἐγὼ νομὰσ καὶ πλάνησ ἄνθρωποσ, ἐφ’ ἁμάξησ βεβιωκώσ, ἄλλοτε ἄλλην γῆν ἀμείβων, πόλιν δὲ οὔτε οἰκήσασ πώποτε οὔτε ἄλλοτε ἢ νῦν ἑωρακώσ, περὶ πολιτείασ διεξίοιμι καὶ διδάσκοιμι αὐτόχθονασ ἄνδρασ πόλιν ταύτην ἀρχαιοτάτην τοσούτοισ ἤδη χρόνοισ ἐν εὐνομίᾳ κατῳκηκότασ, καὶ μάλιστα σέ,^ ὦ Σόλων, ᾧ τοῦτο ἐξ ἀρχῆσ καὶ μάθημα, ὡσ φασίν, ἐγένετο, ἐπίστασθαι ὅπωσ ἂν ἄριστα πόλισ οἰκοῖτο καὶ οἷστισιν νόμοισ χρωμένη εὐδαιμονήσειε ; (Lucian, Anacharsis, (no name) 18:2)

    (루키아노스, Anacharsis, (no name) 18:2)

  • καὶ μεμνῆσθαι δὲ τούτων δεῖ μάλιστα,^ ἀπὸ τῆσ ἁρπαγῆσ εὐθὺσ ἄχρι τῶν ἐν τοῖσ νόστοισ γεγενημένων καὶ τῆσ Αἰνείου πλάνησ καὶ Διδοῦσ ἔρωτοσ. (Lucian, De saltatione, (no name) 46:2)

    (루키아노스, De saltatione, (no name) 46:2)

  • καί τισ πλάνησ κατ’ ἄστυ καὶ τρίβων λόγων ἔλεξεν εἰσ ἅπαντασ· (Euripides, episode, trochees 5:2)

    (에우리피데스, episode, trochees 5:2)

  • ὁ δὲ Περσεὺσ οἰκτρὰ μὲν ἔπασχε διὰ στενῆσ θυρίδοσ παρὰ τὸ τεῖχοσ ἐκμηρυόμενοσ αὑτὸν καὶ παιδία καὶ γυναῖκα πόνων καὶ πλάνησ ἀπείρουσ, οἰκτρότατον δὲ στεναγμὸν ἀφῆκεν, ὥσ τισ αὐτῷ πλανωμένῳ παρὰ τὸν αἰγιαλὸν ἤδη πελάγιον τὸν Ὀροάνδην θέοντα κατιδὼν ἔφρασεν. (Plutarch, Aemilius Paulus, chapter 26 2:1)

    (플루타르코스, Aemilius Paulus, chapter 26 2:1)

유의어

  1. 헤매기

  2. 벗어나기

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION