헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ὄφις

3군 변화 명사; 남성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ὄφις ὄφεως

형태분석: ὀφι (어간) + ς (어미)

어원: The first syll. is sometimes made long, when it was pronounced (and perh. ought to be written) o)/pfis, v. o)xe/w.

  1. 뱀, 용, 구렁이
  1. a serpent, snake
  2. serpentine bracelet
  3. a type of creeping plant

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 ὄφις

뱀이

ό̓φει

뱀들이

ό̓φεις

뱀들이

속격 ό̓φεως

뱀의

ό̓φοιν

뱀들의

ό̓φεων

뱀들의

여격 ό̓φει

뱀에게

ό̓φοιν

뱀들에게

ό̓φεσιν*

뱀들에게

대격 ό̓φιν

뱀을

ό̓φει

뱀들을

ό̓φεις

뱀들을

호격 ό̓φι

뱀아

ό̓φει

뱀들아

ό̓φεις

뱀들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ποιοῦνται δὲ ξυρραπτοὶ ἐκ ῥακῶν βεβαμμένων, τάσ τε κεφαλὰσ καὶ τὸ σῶμα τᾶν ἔστε ἐπὶ τὰσ οὐρὰσ εἰκασμένοι ὄφεσιν, ὡσ φοβερώτατα οἱο͂́ν τε εἰκασθῆναι. (Arrian, chapter 35 5:2)

    (아리아노스, chapter 35 5:2)

  • ὅθεν Ἐρεχθείδαισ ἐκεῖ νόμοσ τισ ἔστιν ὄφεσιν ἐν χρυσηλάτοισ τρέφειν τέκνα. (Euripides, Ion, episode 2:5)

    (에우리피데스, Ion, episode 2:5)

  • κεκρασπέδωται δ’ ὄφεσιν αἰγίδοσ τρόπον. (Euripides, Ion, episode, iambics 5:35)

    (에우리피데스, Ion, episode, iambics 5:35)

  • "μετὰ δὲ ταῦτα Μακέται αἱ καλούμεναι Μιμαλλόνεσ καὶ Βασσάραι καὶ Λυδαί, κατακεχυμέναι τὰσ τρίχασ καὶ ἐστεφανωμέναι τινὲσ μὲν ὄφεσιν, αἱ δὲ μίλακι καὶ ἀμπέλῳ καὶ κισσῷ κατεῖχον δὲ ταῖσ χερσὶν αἱ μὲν ἐγχειρίδια, αἱ δὲ ὄφεισ. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 5, book 5, chapter 19 3:121)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 5, book 5, chapter 19 3:121)

  • καθαρεύειν γὰρ ἅπαντασ τοὺσ περὶ τὴν τῶν θεῶν θεραπείαν ὄντασ, ὁμοίωσ ἐξυρημένουσ καὶ τὰσ στολὰσ τὰσ αὐτὰσ ἔχοντασ καὶ τὸν τοῦ σκήπτρου τύπον ἀροτροειδῆ καθεστῶτα, ὃν ἔχοντασ τοὺσ βασιλεῖσ χρῆσθαι πίλοισ μακροῖσ ἐπὶ τοῦ πέρατοσ ὀμφαλὸν ἔχουσι καὶ περιεσπειραμένοισ ὄφεσιν, οὓσ καλοῦσιν ἀσπίδασ· (Diodorus Siculus, Bibliotheca Historica, book 3, chapter 3 6:2)

    (디오도로스 시켈로스, Bibliotheca Historica, book 3, chapter 3 6:2)

유의어

  1. serpentine bracelet

  2. a type of creeping plant

관련어

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION