Ancient Greek-English Dictionary Language

μουσικός

First/Second declension Adjective; 자동번역 Transliteration:

Principal Part: μουσικός μουσική μουσικόν

Structure: μουσικ (Stem) + ος (Ending)

Sense

  1. of or for music, musical, music
  2. skilled in music, musical
  3. a votary of the Muses, a man of letters and accomplishment, a scholar, more accomplished in
  4. harmoniously, suitably

Examples

  • Μουσικὰ ἐν πένθει ἄκαιροσ διήγησισ, μάστιγεσ δὲ καὶ παιδεία ἐν παντὶ καιρῷ σοφίασ. (Septuagint, Liber Sirach 22:6)
  • λάλησον, πρεσβύτερε, πρέπει γάρ σοι, ἐν ἀκριβεῖ ἐπιστήμῃ καὶ μὴ ἐμποδίσῃσ μουσικά. (Septuagint, Liber Sirach 32:3)
  • οἶνοσ καὶ μουσικὰ εὐφραίνουσι καρδίαν, καὶ ὑπὲρ ἀμφότερα ἀγάπησισ σοφίασ. (Septuagint, Liber Sirach 40:20)
  • ΜΝΗΜΟΣΥΝΟΝ Ἰωσίου εἰσ σύνθεσιν θυμιάματοσ ἐσκευασμένον ἔργῳ μυρεψοῦ. ἐν παντὶ στόματι ὡσ μέλι γλυκανθήσεται καὶ ὡσ μουσικὰ ἐν συμποσίῳ οἴνου. (Septuagint, Liber Sirach 49:1)
  • εἰσάγει δὲ καὶ γεωμετρικάσ τινασ ἀναλογίασ καὶ ὁμοιότητασ, πρὸσ τὴν τῆσ ψυχῆσ ὡσ οἰέται θεωρίαν συντεινούσασ αὐτῷ, καὶ δὴ καὶ μουσικὰ καὶ ἀριθμητικὰ θεωρήματα. (Plutarch, Compendium libri de animae procreatione in Timaeo, section 1 2:1)

Synonyms

  1. of or for music

  2. skilled in music

  3. harmoniously

Related

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION