Ancient Greek-English Dictionary Language

μαθητός

First/Second declension Adjective; Transliteration:

Principal Part: μαθητός μαθητή μαθητόν

Structure: μαθητ (Stem) + ος (Ending)

Sense

  1. learnt, that may be learnt

Examples

  • σὺ δὲ τὴν Σωστράτου γυναῖκα τοῦ μαθητοῦ ἐμοίχευεσ, ὦ Κλεόδημε, καὶ καταληφθεὶσ τὰ αἴσχιστα ἔπαθεσ. (Lucian, Symposium, (no name) 32:5)
  • ἦ δ’ ὃσ ὁ Κλεόδημοσ, ὥσπερ σύ, οὐδὲ τοῦ ξένου μαθητοῦ λαβὼν τοὐφόδιον παρακαταθήκασ ἔπειτα ὤμοσα κατὰ τῆσ Πολιάδοσ μὴ εἰληφέναι, οὐδ’ ἐπὶ τέτταρσι δραχμαῖσ δανείζω, οὐδὲ ἄγχω τοὺσ μαθητάσ, ἢν μὴ κατὰ καιρὸν ἀποδῶσι τοὺσ μισθούσ. (Lucian, Symposium, (no name) 32:7)
  • ὡσ καὶ ὁ σεμνότατοσ Ἀριστοτέλησ τοῦ Φασηλίτου μαθητοῦ, ἡμεῖσ δ’ οὐχὶ καὶ τῶν ἀψύχων τὰ κάλλιστα προκρίνομεν; (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 13, book 13, chapter 20 5:1)
  • ἄλλοι δὲ Κράτητοσ εἶναί φασι τὸν Πολυκέφαλον νόμον, γενομένου μαθητοῦ Ὀλύμπου ὁ δὲ Πρατίνασ Ὀλύμπου φησὶν εἶναι τοῦ νεωτέρου Τὸν νόμον τοῦτον. (Pseudo-Plutarch, De musica, section 7 4:2)
  • Δημοσθένουσ δὲ καθ’ ὃν ἔφευγε χρόνον ἐπιστείλαντοσ τοῖσ Ἀθηναίοισ, ὡσ κακῶσ ἀκούοιεν ἐπὶ τοῖσ Λυκούργου παιδίοισ, μετενόησαν καὶ ἀφῆκαν αὐτούσ, Δημοκλέουσ τοῦ Θεοφράστου μαθητοῦ ὑπὲρ αὐτῶν ἀπολογησαμένου. (Plutarch, Vitae decem oratorum, , section 1 28:1)

Synonyms

  1. learnt

Related

Similar forms

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION