- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

λαῖλαψ?

3군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: lailaps 고전 발음: [] 신약 발음: [랠랍]

기본형: λαῖλαψ λαῖλαπος

형태분석: λαιλαπ (어간) + ς (어미)

어원: from λα-, λαι- intensive

  1. 허리케인, 폭풍우, 소동, 폭풍
  1. a tempest, furious storm, hurricane

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 λαῖλαψ

허리케인이

λαίλαπε

허리케인들이

λαίλαπες

허리케인들이

속격 λαίλαπος

허리케인의

λαιλάποιν

허리케인들의

λαιλάπων

허리케인들의

여격 λαίλαπι

허리케인에게

λαιλάποιν

허리케인들에게

λαίλαψι(ν)

허리케인들에게

대격 λαίλαπα

허리케인을

λαίλαπε

허리케인들을

λαίλαπας

허리케인들을

호격 λαῖλαψ

허리케인아

λαίλαπε

허리케인들아

λαίλαπες

허리케인들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ΜΕΤΑ δὲ τὸ παύσασθαι Ἐλιοὺν τῆς λέξεως εἶπεν ὁ Κύριος τῷ Ἰὼβ διὰ λαίλαπος καὶ νεφῶν. (Septuagint, Liber Iob 38:1)

    (70인역 성경, 욥기 38:1)

  • ὅτι ἐλπὶς ἀσεβοῦς ὡς φερόμενος χνοῦς ὑπὸ ἀνέμου καὶ ὡς πάχνη ὑπὸ λαίλαπος διωχθεῖσα λεπτὴ καὶ ὡς καπνὸς ὑπό ἀνέμου διεχύθη καὶ ὡς μνεία καταλύτου μονοημέρου παρώδευσε. (Septuagint, Liber Sapientiae 5:14)

    (70인역 성경, 지혜서 5:14)

  • ἐκ δὲ Βορείης λαίλαπος Ἀσπάσιος πικρὸν ἔτευξα μόρον, οὗ στείχεις παρὰ τύμβον, ὁδοιπόρε: (Unknown, Greek Anthology, Volume II, book 7, chapter 4952)

    (작자 미상, Greek Anthology, Volume II, book 7, chapter 4952)

  • οὗτοί εἰσιν πηγαὶ ἄνυδροι καὶ ὁμίχλαι ὑπὸ λαίλαπος ἐλαυνόμεναι, οἷς ὁ ζόφος τοῦ σκότους τετήρηται. (PETROU B, chapter 1 42:1)

    (PETROU B, chapter 1 42:1)

  • διόπερ ἦν ἀκρισίας καὶ παρανομίας καὶ φόνου πλήρη τὰ κατὰ τὴν Αἰτωλίαν, καὶ τῶν πραττομένων παρ αὐτοῖς ἐκ λογισμοῦ μὲν καὶ προθέσεως οὐδὲν ἐπετελεῖτο, πάντα δ εἰκῇ καὶ φύρδην ἐπράττετο, καθαπερεὶ λαίλαπός τινος ἐκπεπτωκυίας εἰς αὐτούς. (Polybius, Histories, book 30, chapter 11 6:1)

    (폴리비오스, Histories, book 30, chapter 11 6:1)

유의어

  1. 허리케인

관련어

명사

형용사

동사

부사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION