- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

κῦδος?

3군 변화 명사; 중성 자동번역 로마알파벳 전사: kȳdos 고전 발음: [뀌:도] 신약 발음: [뀌도]

기본형: κῦδος κύδεος

형태분석: κυδο (어간) + ς (어미)

  1. 비웃음, 비꼼
  1. taunt

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 κῦδος

비웃음이

κύδει

비웃음들이

κύδη

비웃음들이

속격 κύδους

비웃음의

κύδοιν

비웃음들의

κυδέων

비웃음들의

여격 κύδει

비웃음에게

κύδοιν

비웃음들에게

κύδεσι(ν)

비웃음들에게

대격 κῦδος

비웃음을

κύδει

비웃음들을

κύδη

비웃음들을

호격 κύδος

비웃음아

κύδει

비웃음들아

κύδη

비웃음들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • τοῦ ἀπολέσαι τοὺς Ἀσσυρίους ἀπὸ τῆς γῆς τῆς ἐμῆς καὶ ἀπὸ τῶν ὀρέων μου, καὶ ἔσονται εἰς καταπάτημα, καὶ ἀφαιρεθήσεται ἀπ᾿ αὐτῶν ὁ ζυγὸς αὐτῶν, καὶ τὸ κῦδος αὐτῶν ἀπὸ τῶν ὤμων ἀφαιρεθήσεται. (Septuagint, Liber Isaiae 14:25)

    (70인역 성경, 이사야서 14:25)

  • ὣς εἰποῦς ἐς δίφρον ἐβήσατο δῖα θεάων, νίκην ἀθανάτῃς χερσὶν καὶ κῦδος ἔχουσα, ἐσσυμένως. (Hesiod, Shield of Heracles, Book Sh. 32:1)

    (헤시오도스, 헤라클레스의 방패, Book Sh. 32:1)

  • ἄμεινον δὲ αὐτὸν εἰπεῖν τὸν χρησμὸν Ἐς δίνας Ἴστροιο διιπετέος ποταμοῖο ἐσβαλέειν κέλομαι δοιοὺς Κυβέλης θεράποντας, θῆρας ὀριτρεφέας, καὶ ὅσα τρέφει Ἰνδικὸς ἀήρ ἄνθεα καὶ βοτάνας εὐώδεας αὐτίκα δ ἔσται νίκη καὶ μέγα κῦδος ἅμ εἰρήνῃ ἐρατεινῇ. (Lucian, Alexander, (no name) 48:4)

    (루키아노스, Alexander, (no name) 48:4)

  • φαμὶ καὶ φάσω μέγιστον κῦδος ἔχειν ἀρετάν, πλοῦ- τος δὲ καὶ δειλοῖσιν ἀνθρώπων ὁμιλεῖ, ἐθέλει δ αὔξειν φρένας ἀν- δρός: (Bacchylides, , epinicians, ode 1 14:2)

    (바킬리데스, , epinicians, ode 1 14:2)

  • Λάχων Διὸς μεγίστου λάχε φέρτατον πόδεσσι κῦδος ἐπ Ἀλφεοῦ προχοαῖς[ι νικῶν, δι ὅσσα πάροιθεν ἀμπελοτρόφον Κέον ἀείσάν ποτ Ὀλυμπίᾳ πύξ τε καὶ στάδιον κρατεῦ- σαν] στεφάνοις ἐθείρας νεανίαι βρύοντες. (Bacchylides, , epinicians, ode 6 1:1)

    (바킬리데스, , epinicians, ode 6 1:1)

유의어

  1. 비웃음

관련어

명사

형용사

동사

부사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION